Σύντομο ιστορικό Προσοτσάνης

Ιστορία

Η ιστορική κωμόπολη της Προσοτσάνης αποτελεί έδρα του ομώνυμου Δήμου και βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, απέχοντας 15 χλμ από την πόλη της Δράμας. Ο πληθυσμός της ανέρχεται σε 3.972 κατοίκους. Η βασική απασχόληση των κατοίκων της είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Περικλείεται από τις οροσειρές του Φαλακρού και του Μενοικίου όρους ενώ ο πλούσιος κάμπος της διατρέχεται από τον ποταμό Αγγίτη που σχηματίζει το πανέμορφο ποτάμιο σπήλαιο του Μααρά.

Από τα μέσα της 6ης π.Χ. χιλιετίας οργανώνονται οι πρώτοι νεολιθικοί οικισμοί στην περιοχή, που συνεχίζονται και στα χρόνια της Χαλκοκρατίας (αρχές 3ης π.Χ. χιλιετίας - 1.050 π.Χ.). Τα ίχνη τους συναντώνται είτε στις όχθες του ποταμού Αγγίτη, είτε μακρύτερα από το ποτάμι. Κατά τους ιστορικούς χρόνους ξεχωρίζουν διάσπαρτοι οικισμοί και νεκροπόλεις σε διάφορες θέσεις. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους επιγραφικές μαρτυρίες, ταφικά μνημεία και διάφορα ευρήματα που έχουν βρεθεί, δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για τις «κώμες» της Colonia Augusta Julia Philippensis (της «χώρας» της ρωμαϊκής αποικίας των Φιλίππων). Το ρωμαϊκό όνομα της κώμης που βρίσκονταν στην σημερινή Προσοτσάνη ήταν Scapora.

Οι πρώτες καταγραφές περί της Προσοτσάνης σε σωζόμενα ιστορικά τεκμήρια εντοπίζονται σε δύο βυζαντινά απογραφικά έγγραφα, τα λεγόμενα "πρακτικά", των ετών 1316 και 1341 από το αρχεία της Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους τα οποία συντάχθηκαν από τον δημόσιο αξιωματούχο Τρύφων Κεδρηνό προκειμένου να υπολογιστεί ο φόρος της μονής.  Στα έγγραφα της Μονής Ιβήρων γίνεται αναφορά στο "αγρίδιον" της Πρισότζιανης ή Προσέτζιανης, ως τόπου όπου είχαν τότε μετοικήσει πάροικοι της μονής από το Ροδολίβος.

Η δεύτερη γραπτή πηγή για την Προσοτσάνη προέρχεται από τουρκικές πηγές. Συγκεκριμένα από τα Πρωθυπουργικά Αρχεία Κωνσταντινούπολης (Basbakanlik Arsivleri) και αφορούν το έτος 1478/79. Το πρώτο σωζόμενο κατάστιχο που αναφέρεται στην περιφέρεια της πόλεως της Δράμας είναι το Tapu ve Tahrir Defteri n.7, του έτους Εγίρας 883 (1478/79). Ανάμεσα στους καταγραμμένους στο TTD-7 οικισμούς της επαρχίας Δράμας συμπεριλαμβάνεται και η Προσοτσάνη. Ο οικισμός καταγράφεται στο κατάστιχο με το όνομα «Prosacani» και χαρακτηρίζεται ως χωριό. Αποτελούνταν από 19 οικογένειες Μουσουλμάνων και 87 Χριστιανών. Η συνολική αποτίμηση των πληθυσμιακών δεδομένων και της οικονομίας στην Προσοτσάνη την περίοδο αυτή δείχνει ότι επρόκειτο για σημαντικό οικισμό και με υψηλή παραγωγικότητα.

Επίσης, μια τρίτη καταγεγραμμένη πηγή είναι σε χειρόγραφο του 17ου αιώνα της Ιεράς Μονής «Εικοσιφοίνησας» Παγγαίου, όπου αναφέρονται ονόματα και τόποι καταγωγής μοναχών που φονεύθηκαν από τους Τούρκους το 1507. Εκεί αναφέρεται μεταξύ άλλων και η Προσοτσάνη ως χωριό «Προσότζιανη» και «Πρισότζιανη».

Στον κάμπο της Προσοτσάνης (2 χλμ. νότια) αποκαλύφθηκε παλαιοχριστιανική βασιλική εκκλησία του 5ου-6ου αιώνα. Επίσης, περί τα 2,5 χλμ. νοτιοδυτικά της Προσοτσάνης διασώζεται εξωκλήσι του Αγ. Παντελεήμονος από την εποχή των Παλαιολόγων (β΄ μισό του 13ου αι.) που μαρτυρούν το βυζαντινό ορθόδοξο παρελθόν της περιοχής. Σύμφωνα με τα τουρκικά αρχεία του έτους 1478, υπήρχε πλησίον της Προσοτσάνης, ένα χωριό με το όνομα Παντολήμον. Το χωριό ανήκε διοικητικά στον καζά της Δράμας και κατοικούνταν από 16 χριστιανικά νοικοκυριά. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με αγροτικές εργασίες, ενώ καταγράφεται η φορολόγηση έξι (6) νερόμυλων, που προφανώς θα βρίσκονταν στις όχθες του ποταμού Αγγίτη.

Δεν είναι γνωστή η ακριβής προέλευση της ονομασίας της, υπάρχουν πολλές εικασίες χωρίς όμως να επικρατεί κάποια από αυτές. Συναντάται με διάφορες παραλλαγές όπως π.χ. «Προσωτσιάνη», «Πρισότζιανην», «Προσσουτσάνη» κ.α.

Η Προσοτσάνη γνώρισε μεγάλη άνθηση από τις αρχές του 18ου αιώνα όταν και άρχισε η συστηματική καλλιέργεια του καπνού. Ήταν παγκοσμίως γνωστή η ποικιλία καπνού "Προσωτσάνης Μπασή Μπαγλή". Μέχρι και πριν λίγα χρόνια η καλλιέργεια του καπνού αποτελούσε την κυριότερη αγροτική ασχολία των κατοίκων της Προσοτσάνης.

Στα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα έγινε πεδίο σκληρού ανταγωνισμού για την επικράτηση ανάμεσα στους Έλληνες κατοίκους της και στους Βούλγαρους. Η ίδρυση και οι δράσεις της «Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας ΗΩΣ» το 1873 έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Ελλήνων. Ελάχιστες οικογένειες προσχώρησαν στην εξαρχία εκείνα τα δύσκολα χρόνια για όλη την Μακεδονία. Καθοριστική ήταν οι δράση των: Νικολάου Λιάμη, Χρήστου Βογιατζή (Μπαρμπα-Τάκος), Δημήτριο Βογιατζή (Παπα-Νάκας), Θόδωρου Βλαχτάση (Βλαχτά) και του Κωνσταντίνου Νταή, αξιωματικού του Ελληνικού στρατού ο οποίος με την κάλυψη της θέσης του διευθυντή των σχολείων της Προσοτσάνης, έδρασε στην περιοχή.

Η Προσοτσάνη απελευθερώθηκε την 1 Ιουλίου 1913, αφού πρώτα γνώρισε μια οκτάμηνη κατοχή από τους Βουλγάρους. Οι Βούλγαροι θα την καταλάβουν άλλες δυο φορές τον Αύγουστο του 1916 μέχρι τον Οκτώβριο 1918 και από τον Απρίλιο του 1941 έως τον Οκτώβριο του 1944. Από τις 30/9 έως την 3/10/1941 η Προσοτσάνη θα γνωρίσει την κτηνωδία των φασιστικών βουλγαρικών στρατευμάτων κατοχής. Στο διάστημα αυτό θα εκτελεστούν 128 περίπου άνθρωποι.

Η Προσοτσάνη με την απελευθέρωση παρέμεινε Δήμος ως το 1919, που υποβιβάστηκε σε κοινότητα, σύμφωνα με το Β.Δ. της 13-11-1919 (Φ.Ε.Κ. 251/1919). Την 10-10-1920 (Φ.Ε.Κ. 66/1920) το Υπουργείο Εσωτερικών (απ.41742) μετονόμασε την κοινότητα Προσοτσάνης σε Πυρσόπολη. Μετά το 1922, στην κοινότητα Προσοτσάνης που επίσημα πλέον λεγόταν Πυρσόπολη, προσχώρησαν και τα χωριά Μιναρέ-Τσιφλίκ (Σιταγροί), Μεγάλο Σιβιντρίκ (Μεγαλόκαμπος) και Μικρό Σιβιντρίκ (Μικρόκαμπος) τα οποία όμως αποσπάστηκαν με το Διάταγμα της 23-9-1925 (Φ.Ε.Κ. 290/1925). Το Υπουργείο Εσωτερικών (απ. 43619) με το Διάταγμα της 25-11-1925 (Φ.Ε.Κ.108/1925) μετονόμασε ξανά την κοινότητα από Πυρσόπολη σε Προσοτσάνη, λόγω της ομώνυμης ποικιλίας καπνού που έτσι ήταν διεθνώς γνωστή.

Με την ανταλλαγή των πληθυσμών που ολοκληρώθηκε περίπου το 1924, εγκαταστάθηκαν στην Προσοτσάνη πρόσφυγες από τον Πόντο, τη Μικρά Ασία και κυρίως από την Ανατολική Θράκη. Ο συνολικός τους αριθμός ανερχόταν στους 3.300 περίπου. Παρόλα αυτά η Προσοτσάνη θα παραμείνει κοινότητα μέχρι τον Ιανουάριο του 1946 οπότε ανακηρύχθηκε σε Δήμο με Διάταγμα στις 18-1-1946 (Φ.Ε.Κ. 16/1946).

Η Προσοτσάνη είχε τα προτερήματα, να βρίσκεται σε συγκοινωνιακό κόμβο, κοντά σε πλούσια δάση και να διαθέτει μεγάλο κάμπο. Όλα αυτά βοηθούσαν στην ανάπτυξη του επαγγέλματος του καροποιού, αφού έβρισκαν εύκολα πρώτες ύλες για την κατασκευή των κάρων και αγοραστές για την πώλησή τους. Την περίοδο ακμής της καροποιείας ήταν τα έτη 1924-1958 και υπήρχαν περίπου 20 καροποιοί. Αυτοί ίδρυσαν και Σύλλογο καροποιών «Η Πρόοδος» με περίπου 160 μέλη. Γιόρταζαν την ημέρα του Προφήτη Ηλία που ήταν και το τοπικό πανηγύρι. Η Προσοτσάνη είχε γίνει τόσο γνωστή για τα κάρα της ώστε σε χάρτες της Ελλάδας δίπλα στο όνομά της να βρίσκεται ζωγραφισμένο κάρο.

Από το 1950 περίπου άρχισε η μαζική μετανάστευση των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας αλλά και προς το εξωτερικό (κυρίως Γερμανία), λόγω των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων. Ακολουθεί πίνακας με την πληθυσμιακή εξέλιξη της Προσοτσάνης σύμφωνα με την Ε.Σ.Υ.Ε.

 

ΧΡΟΝΙΑ

1920

1928

1940

1951

1961

1971

1981

1991

2001

ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΠΡΟΣΟΤΣΑΝΗΣ

4.077

6.035

7.011

6.277

5.320

3.775

3.716

3.683

3.972