ΑΡΑΠΗΔΕΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ

Λαϊκά Δρώμενα

Η ομάδα των τελεστών του δρώμενου των «Αράπηδων» ονομάζεται «τσέτα». Βασικά πρόσωπα της τσέτας είναι οι «Αράπηδες» («αράπουε»), άντρες ντυμένοι με φλοκωτές κάπες (παλαιότερα με προβιές) και κεφαλοστολές από δέρμα κατσίκας (παλαιότερα προβάτου). Στο κεφάλι, δένουν ένα μαντήλι και στα χέρια τους κρατούν ένα ξύλινο σπαθί. Στη μέση κρεμούν κουδούνια, τρία μεγάλα μπατάλια ή τρία κυπριά (κατά περίπτωση και περισσότερα) συνταιριασμένα, ώστε ο ήχος τους να είναι αρμονικός. Την τσέτα συμπληρώνουν οι «Εύζωνες» («αρναούτε», συμμετέχουν ως γαμπροί), οι «Γκελίγκες» (νύφες), νεαροί άνδρες μεταμφιεσμένοι με την παραδοσιακή γυναικεία ενδυμασία της περιοχής και οι «Μάνγκουδες» («μάνγκουφτσε», παλιάτσοι). Ο μάνγκους φορά λευκά ρούχα, μαύρη κάλτσα στο κεφάλι με τρύπες για τα μάτια και τη μύτη, μικρά κουδούνια στη μέση, έχει ψεύτικη καμπούρα και κρατά ένα σακούλι με στάχτη από το Δωδεκαήμερο και μια ξύλινη μαγκούρα. Επικεφαλής της ομάδας είναι ο «τσέταμπασία», άνδρας όχι μεταμφιεσμένος, που κρατά μία γκλίτσα. Είναι υπεύθυνος για την οργάνωση της ομάδας, τη συνεννόηση με τους μουσικούς, την πληρωμή τους και τη συγκέντρωση χρημάτων.

Στις 6 Ιανουαρίου μέλη της τσέτας παίρνουν την ευλογία από τον παπά που έχει κάνει τον αγιασμό των υδάτων (πιθανόν νεώτερο στοιχείο). Με συνοδεία μακεδονικής λύρας και νταχαρέδων (παραδοσιακών κρουστών) η τσέτα κάνει τη «γύρα» του χωριού, περνώντας από τα σπίτια, χορεύοντας, ευχόμενη υγεία και ευημερία στις οικογένειες. Ο δυνατός ήχος των κουδουνιών θεωρείται ικανός να διώξει τις δαιμονικές δυνάμεις του χειμώνα. Ο τσέταμπασία συγκεντρώνει τις χρηματικές προσφορές των νοικοκύρηδων, με τις οποίες παλαιότερα στηνόταν ένα γλέντι («Ατανάσουιντεν») για το θίασο στις 18 Ιανουαρίου, του Αγίου Αθανασίου, στο οποίο οι αράπηδες δεν ήταν μεταμφιεσμένοι· φορούσαν μόνο τα κουδούνια.

Το πρωί της 7ης Ιανουαρίου, μαζί με τους μουσικούς η τσέτα (κατά παράδοση 10-15 άτομα) εμφανίζεται και πάλι στις γειτονιές, αυτή τη φορά, όμως, επισκέπτεται μόνο τα σπίτια των εορταζόντων Γιάννηδων. Μπαίνει στις αυλές τους, χορεύει με επικεφαλής το νοικοκύρη «για το καλό» του σπιτιού, εύχεται και δέχεται κεράσματα. Η τσέτα καταλήγει στην πλατεία του χωριού, όπου στήνει χορό, στον οποίο πιάνονται αργότερα και οι θεατές. Στην ορχήστρα συμμετέχει και η γκάιντα. Οι αράπηδες και οι μάνγκουδες απομακρύνουν τον κόσμο που περιορίζει το χώρο των χορευτών, προστατεύοντας τον τελετουργικό κύκλο. Συμβαίνουν κατά περίσταση και ευτράπελα επεισόδια, όπως η παρουσία του μάνγκου πάνω σε άμαξα να λέει βωμολοχίες και να κουνά επιδεικτικά μπροστά στα γεννητικά του όργανα μία τράκα (είδος κουδουνιού). Πρόκειται για πρακτικές με εύθυμο χαρακτήρα, οι οποίες, ενώ στην προνεωτερική εποχή εκφόρτιζαν την αγωνία του ανθρώπου στη μεταβατική περίοδο από τη μια παραγωγική εποχή στην άλλη, σήμερα εκτονώνουν την ένταση του σύγχρονου τρόπου ζωής. Με τη δύση του ηλίου, στο παρελθόν, οι μάνγκουδες έζευαν σε ένα αλέτρι δυο αράπηδες, που όργωναν εικονικά την πλατεία και σκόρπιζαν στάχτη, ουσία με μαγική αποτρεπτική δύναμη για τους ανεξέλεγκτους παράγοντες που μπορούσαν να πλήξουν τη σοδειά. Αναπαριστούσαν, έτσι, το όργωμα της γης που περιμένει να δεχτεί το νέο σπόρο προστατευμένη από την αποτρεπτική για τα ζωύφια δράση της στάχτης και ενισχυμένη από τα θρεπτικά της συστατικά. Με τον τρόπο αυτό ολοκληρωνόταν η τελετουργική δράση της τσέτας. Η γύρα της τσέτας, με τις «νύφες» και τους «γαμπρούς», πρόσωπα γάμου και η αναπαράσταση οργώματος θεωρούνται πράξεις μαγικο-τελετουργικές με τις οποίες οι αγρότες και κτηνοτρόφοι του παρελθόντος ευελπιστούσαν να ξυπνήσουν και να ενισχύσουν τις γονιμικές δυνάμεις της φύσης, για να δουν τα χωράφια τους να βλασταίνουν, τα ζώα να αυξάνονται και τις οικογένειές τους να ευημερούν.

Έρευνα - Καταγραφή: Δεμίσης Στέργιος

Επιμέλεια κειμένου: Εθνολογικό και Λαογραφικό μουσείο Μακεδονίας - Θράκης