Ο Μακεδονικός Αγώνας στην περιφέρεια της Δράμας

Ιστορία

1) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΟΝ ΒΩΛΑΚΑ

Εντός του Βώλακα Τούρκοι κάτοικοι δεν κατοικούσαν, αλλά μόνο σε οικισμούς πέριξ του χωριού. Το έτος 1898 επισκέφτηκε τον Βώλακα ο τότε Μητροπολίτης Δράμας Θεόφιλος, αλλά επειδή οι δύο ιερείς του χωριού είχαν εκβουλγαριστεί, αυτοί κρύφτηκαν και αρνήθηκαν να παρουσιαστούν. Τότε ο Μητροπολίτης χειροτόνησε αμέσως νέο ιερέα, τον Χρήστο Παπαχριστόπουλο, όμως σε σύντομο χρονικό διάστημα απεβίωσε γιατί τον δηλητηρίασαν το 1901 οι Σχισματικοί. Έτσι, με εντολή του Μητροπολίτη έρχονταν στον Βώλακα για τη λειτουργία εναλλάξ οι δύο ιερείς του Ζυρνόβου (Κάτω Νευροκοπίου).

Με τον ερχομό του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου στη Δράμα η κατάσταση άρχισε να αλλάζει υπέρ των Ελλήνων. Το 1903 ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος ήρθε στον Βώλακα και βρήκε μια κατάσταση απογοητευτική. Αμέσως προέβη στο διορισμό διδασκάλου από την Προσοτσάνη, τον Δημήτριο Βογιατζή, αλλά και στη συγκρότηση ένοπλης ομάδας εφοδιάζοντάς τους με όπλα. Την ομάδα αποτελούσαν οι εξής: Άρμεν Κούπτσιος, Κωνσταντίνος Σίγγος, Κυριάκος Γεωργίου, Άγγελος Μίχου, Άρμεν Γεωργίου, Βασίλειος Χριστοδούλου, Βαγγέλης Νικολάου, Βαγγέλης Γεωργίου, Ιωάννης Ζίργαν, Πέτρος Μάντζος, Σταμάτης Μπόσκου, Ιωάννης Μπόσκου, Δημήτριος Στάικος, Θεόδωρος Λεπίδας. Επίσης διόρισε τον Δημήτριο Μπόσκου ιερέα και τον Κωνσταντίνο Σίντο ιεροψάλτη.

Κατά το μήνα Μάιο του 1903 οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες προέβησαν στη σύλληψη των αδελφών Παπαμαρίνου Κωνσταντίνου και Γεωργίου, κατοίκωνκοι Βώλακα, για να πάρουν χρήματα για το βουλγαρικό Κομιτάτο από τον μεγαλύτερο αδελφό τους Παπαμαρίνου Μαρίνο, ο οποίος ήταν εύπορος. Κατά τη διάρκεια της σύλληψης στη θέση «Τσακαλίνα» ο Κωνσταντίνος αποπειράθηκε να διαφύγει και τον εκτέλεσαν αμέσως, τον δε Γεώργιο σκότωσαν στη θέση «Ταρτάνα» και τον έριξαν εντός σπηλιάς. Τα κόκαλά του ανασύρθηκαν το 1908 μετά από υπόδειξη των εκτελεστών του. Το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα, οι εν λόγω Κομιτατζήδες προέβησαν και στο φόνο των Ελλήνων κατοίκων του Βώλακα Γεώργιου Μάντζου και Κυριάκου Πανταζή σε ενέδρα που τους έστησαν στο 26ο χλμ. Δράμας-Κάτω Νευροκοπίου. Παράλληλα οι Άρμεν Κούπτσιος, Άγγελος Μίχου και Δημήτριος Στάικος εκτέλεσαν ομάδα Βουλγάρων κοντά στο Γρανίτη, διακόπτοντας έτσι την κάθοδο Βουλγάρων από το Κάτω Νευροκόπι. Επίσης, οι Θεόδωρος Λεπίδης, Κωνσταντίνος Σίγγος και Βασίλειος Χριστοδούλου σκότωσαν Βούλγαρο κομιτατζή από τον Βώλακα, μεταξύ Βώλακα-Μικροκλεισούρας.

Το Σεπτέμβριο του 1903 ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος προσέλαβε για σωματοφύλακά του τον Καβάζη Νικόλαο του Αντωνίου που καταγόταν από τον Βώλακα. Δυστυχώς προδόθηκε από Εβραίο κάτοικο Δράμας και συνελήφθη από Τούρκους κατά τη μεταφορά όπλων και καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης.

 Το Σεπτέμβριο του 1907 φονεύθηκαν σε χωράφι στην περιοχή «Βαράδε» οι Έλληνες Πέτρος Μπόσκου και Αντώνιος Κάκαρας από Βούλγαρο κάτοικο Βώλακα.

Ο Βώλακας από την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα αλλά και κατά τη διάρκεια της δεύτερης (1916-18) και της τρίτης βουλγαρικής κατοχής (1941-44) είχε συνολικά 86 θύματα.

altΚορυφαίος Μακεδονομάχος για την περιοχή της Δράμας αναδείχθηκε ο Άρμεν Κούπτσιος που γεννήθηκε στον Βώλακα το 1885. Λόγω έλλειψης στοιχείων στα δημοτολόγια, υπάρχει σύγχυση σχετικά με τα ακριβή στοιχεία των γονιών του. Το πιθανότερο είναι ο πατέρας του να λεγόταν Άρμεν Άρμεν Κούπτσιος και η μητέρα του Ελένη (αγνώστου γένους). Είχε αδελφό τον Προκόπη Άρμεν Κούπτσιο που γεννήθηκε στον Βώλακα το 1880.

Ο Άρμεν Κούπτσιος ήταν μεταξύ αυτών που εντάχθηκαν στην ένοπλη ομάδα του Βώλακα κατά της δράσης των Βούλγαρων Κομιτατζήδων, υπό την καθοδήγηση του Δημητρίου Βογιατζή, δάσκαλο από την Προσοτσάνη, που τον τοποθέτησε εκεί ο Μητροπολίτης Δράμας εθνομάρτυρας Χρυσόστομος. Η συμβολή του Άρμεν στον Μακεδονικό Αγώνα στην περιοχή της Δράμας ήταν σύντομη μεν αλλά καθοριστική. Το Σεπτέμβριο του 1905 ο Χρήστος Βογιατζής (αδελφός του Δημητρίου) παρουσίασε τον Άρμεν Κούπτσιο μαζί με τον Νικόλαο Μαυρουδή στον Στρατή Σπληναρίδη (πρόκειται για τον υπολοχαγό Κωνσταντίνο Νταή, που βρισκόταν καλυμμένος πίσω από την ιδιότητα του διευθυντή του σχολείου Προσοτσάνης για να οργανώσει τον ένοπλο αγώνα), για να τους εντάξει στο Κέντρο Δράσεως Προσοτσάνης. Δεν ήξερε καλά τα ελληνικά και ίσως γι’ αυτό στην αρχή δεν έγινε δεκτός από τον Κωνσταντίνο Νταή, παρά μόνο μετά από παρέμβαση του Χρήστου Βογιατζή. Ήταν ευκίνητος, ρωμαλέος, ταχύς, θαρραλέος, ατίθασος αλλά και καλοσυνάτος, με βαθιά πίστη στην Ορθοδοξία και στην πατρίδα. Ανέπτυξε σημαντική δράση και κατάφερε σε πολύ νεαρή ηλικία να γίνει το φόβητρο του Βούλγαρων Κομιτατζήδων στην περιοχή. Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Μητροπολίτης Δράμας εθνομάρτυρας Χρυσόστομος τον θεωρούσε πρωτοπαλίκαρό του. Όλες τις επικίνδυνες αποστολές τις ανέθετε σ’ αυτόν και στην ομάδα του.

Στις 2 Ιουλίου 1907 ο Άρμεν Κούτσιος μαζί με τους Χρήστο Βογιατζή από την Προσοτσάνη και Πέτρο Μάντζιο από το Παλαιοχώρι Καβάλας, διατάχθηκαν από το Ελληνικό Κέντρο Δράσης να σταματήσουν τη δράση του Κομιτατζή Πλάτσεφ. Αυτοί, του έστησαν καρτέρι κοντά στο σημερινό χωριό Μυλοπόταμο Δράμας και τον σκότωσαν. Οι πυροβολισμοί όμως έγιναν αντιληπτοί από Τούρκο αγροφύλακα, ο οποίος συνέλαβε με ύπουλο τρόπο τον Άρμεν Κούπτσιο και τον παρέδωσε στις τουρκικές Αρχές στη Δράμα. Οι υπόλοιποι κατάφεραν να διαφύγουν. Ο Άρμεν οδηγήθηκε στις φυλακές του Επταπυργίου Θεσσαλονίκης και καταδικάστηκε σε θάνατο από το ειδικό Στρατοδικείο. Στο μεταξύ το βουλγαρικό Κομιτάτο συγκέντρωσε υπογραφές από 33 χωριά της ευρύτερης περιοχής και διαβεβαίωνε τους Τούρκους πως μόνο δια της θανατικής ποινής του Άρμεν θα σταματήσουν οι ταραχές. Οι προσπάθειες του Ελληνικού Κέντρου Δράσης για να αποφυλακιστεί ή να μετατραπεί η θανατική ποινή του σε ισόβια, δεν απέδωσαν. Στη συνέχεια, ο Άρμεν οδηγήθηκε στις φυλακές της Δράμας. Τότε αποφασίστηκε από το Ελληνικό Κέντρο Δράσης να στηθεί ενέδρα και να τον αρπάξουν από τα χέρια των Τούρκων όταν θα τον πήγαιναν στον τόπο εκτέλεσης. Δυστυχώς το σχέδιο προδόθηκε και άλλαξε η διαδρομή την τελευταία στιγμή. Έτσι, τη 14η Σεπτεμβρίου 1907 απαγχονίστηκε στον πλάτανο της πλατείας της Δράμας, σε ηλικία μόλις 21 ετών. Ούτε εκείνη τη στιγμή ο Άρμεν δεν δάκρυσε, δεν λύγισε απέναντι στους δήμιούς του. Το σώμα του παραδόθηκε για ταφή στους Αθίγγανους, μετά από τρεις ημέρες που κρεμόταν για παραδειγματισμό. Έτσι, πέρασε στο πάνθεον των μεγάλων Μακεδονομάχων αγωνιστών.

Προς τιμή του έχουν γραφτεί ποιήματα και δημοτικά τραγούδια. Η προτομή του Άρμεν Κούπτσιου κοσμεί την πλατεία του Βώλακα (από το 1956) και την πλατεία της Δράμας (από το 1967), στο σημείο που απαγχονίστηκε.

ΑΡΜΕΝ (τραγούδι)

Το μάθατε τι έγινε στης Δράμας την αγορά,

κρεμάσανε τον Άρμεν, τον Άρμεν, στην άτιμη θηλιά.

Τούρκοι τον εκρεμάσανε, Ρωμιοί τον κλάψανε,

θελήσαν να τον θάψουν, τον θάψουν, Τούρκοι δεν άφησαν.

Σαν το ‘μαθε η μάνα του στα μαύρα ντύθηκε,

σαν τ’ άκουσε του Άρμεν πατέρας μαχαίρια ζώστηκε.

Τον Άρμεν κι αν κρεμάσανε στην άτιμη θηλιά,

το αίμα του χαλάλι, χαλάλι για την ελευθεριά.

 

 

2) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΛΗ ΒΡΥΣΗ

altΤο έτος 1900 η Καλή Βρύση αριθμούσε περί τις 120 οικογένειες με 600 περίπου κατοίκους, άπαντες Έλληνες. Κατά το έτος 1901-02 εισχώρησε η βουλγαρική προπαγάνδα στο χωριό λόγω των αλλεπάλληλων επιδρομών των Βούλγαρων Κομιτατζήδων οι οποίοι είχαν τα κρησφύγετά τους στα χωριά Σκοπιά, Σφελινό και Παλιό Καλαπότι (Πανόραμα). Ορμώμενοι κατά του χωριού, διέπρατταν όργια, ληστείες, εμπρησμούς οικιών και δολοφονίες εναντίων φιλήσυχων πολιτών που δεν ασπάζονταν τον βουλγαρισμό αλλά έμεναν πιστοί στα ελληνικά ιδεώδη. Δια των βάρβαρων αυτών μεθόδων, κατόρθωσαν να εκβουλγαρίσουν το 1/3 σχεδόν των κατοίκων του χωριού, πλην ελαχίστων που λόγω ενδοκομματικών διενέξεων δήλωσαν οικιοθελώς ότι ασπάζονται τον βουλγαρισμό.

altΤο έτος 1905 η Καλή Βρύση είχε το πρώτο θύμα, τον πρόεδρο του χωριού Δημήτριο Μάρτζιο, τον οποίο συνέλαβαν οι Κομιτατζήδες και κατακρεούργησαν. Από το 1902 έως το 1905 το Βουλγαρικό Κομιτάτο έδρασε ανενόχλητα υπό τα μάτια των τουρκικών Αρχών. Όταν το 1905 συγκροτήθηκαν τα ελληνικά αντάρτικα Σώματα, έσπευσαν και εντάχθηκαν και κάτοικοι από την Καλή Βρύση όπως οι: ιερέας Παπαοικονόμος Ιωάννης, Ιωάννης Δημ. Μάρτζιος (πρωτοπαλίκαρο του Καπετάν Δούκα), αδελφοί Λιόκας Δημήτριος και Ιωάννης, Βασίλειος Αθαν. Κάλλιας, Ηλίας Γεωργ. Τάνιος, κ.ά. Αυτοί οδήγησαν τα ελληνικά Σώματα στα κρησφύγετα των Βουλγάρων Κομιτατζήδων και μετά από σφοδρές μάχες, τους προκάλεσαν σοβαρές απώλειες.

Σε αντίποινα οι Κομιτατζήδες τον μεν ιερέα Παπαοικονόμου Ιωάννη και τον γιο του Σωκράτη κατακρεούργησαν την 6η Ιουλίου 1906, τους δε αδελφούς Λιόκα και Βασίλειο Κάλλια εκτέλεσαν κατά την βουλγαρική κατοχή του 1941-44. Κατά το έτος 1906 πυρπόλησαν την οικία των αδελφών Λιόκα.

Οι κάτοικοι της Καλής Βρύσης κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, επέδειξαν ηρωισμό και αυταπάρνηση και συνέτειναν με όλες τους τις δυνάμεις να συγκρατήσουν όσο το δυνατό περισσότερους πιστούς στον Ελληνισμό.

 

 

3) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ

Το Μοναστηράκι, η «κώμη επί τερπνής και ευαέρου τοποθεσίας κειμένη» φέρεται ως αποικία των αρχαίων Θρακών Τρανιψών, γι’ αυτό και το παλαιότερο όνομά του ήταν Δράνοβο.

Τον 8ο μ.Χ. αιώνα το χωριό ήταν αρκετά «ηυξημένον». Το 1373 καταλαμβάνεται από τους Τούρκους, υπάρχει στην επάνω Βρύση του χωριού ενσωματωμένη-εντοιχισμένη μαρμάρινη επιγραφή στην αραμαϊκή που αναφέρει στη μετάφρασή της: «Αυτός που έχει την καλοσύνη και τα αγαθά Σερτζάουϊ Αγά 1373».

Το 1822 όταν ο Δράμαλης κατευθύνεται για να καταπνίξει την επανάσταση στο Μοριά, έχει έμπιστο ιπποφορβέα τον Τουλούμη από το Δράνοβο, ο οποίος μυημένος Φιλικός «προδίδει» το μυστικό της κατάστασης των στρατευμάτων και των ζώων με κάποιο τρόπο στον Κολοκοτρώνη που δίνει εντολή και καίνε τα σπαρτά στον κάμπο της Κορίνθου και έτσι στη συνέχεια έχουμε την πρώτη ουσιαστικά νίκη των Ελλήνων στα Δερβενάκια. Ο Τουλούμης έπεσε νεκρός από αδελφικό-χριστιανικό βόλι έξω από την εκκλησία της Ζίχνας, αφού προσκύνησε, γιατί έκανε το τάμα στην πατρίδα, ήταν όμως ενδεδυμένος με τουρκική φορεσιά και αυτό απέβη μοιραίο για τη ζωή του.

Ένας άλλος Τουλούμης μαζί με τον Σινώκα από την Τσατάλτζα και τον Καμπόκη από τη Ζίχνα, εκπροσωπώντας την περιοχή «καταφέρνουν» από το Σουλτάνο της Πύλης  στα 1830 περίπου να αποσπάσουν με «βούλα» τις πρώτες θρησκευτικές ελευθερίες και έτσι κτίστηκαν οι 33 μεταβυζαντινές εκκλησίες στην περιοχή μας. Στο Μοναστηράκι το 1765 κτίσθηκε ο πρώτος ναός του Αγίου Γεωργίου, το 1842 ο σημερινός πέτρινος ναός και το καμπαναριό το 1890. Στην εκκλησία υπάρχει η μια παλιά (του 1789) εικόνα του Αη-Γιώργη.

altΣτην εποποιία του Μακεδονικού Αγώνα αλλά και των Βαλκανικών Πολέμων μεγάλη ήταν και η συμβολή των κατοίκων του Μοναστηρακίου Δράμας στους μεγαλειώδεις αυτούς αγώνες για την Ελευθερία της πατρίδας μας. Περιοριζόμαστε εδώ στην τιμητική αναγραφή ορισμένων ονομάτων που κατάγονταν από το Μοναστηράκι: Αποστόλου Δημήτριος, Γεωργιάδης Α., Γεωργιάδης Γ., Μπακαχτής Δ., Μπάσιος Αχιλλέας, Παλαμάς Α., Παπουτσής Δημήτριος, Στάϊκος Δ., Τερζής-Παπαϊωάννης, Τουλούμης Γεώργιος, Τουλούμης Κωνσταντίνος.

Η μέρα της ανέκφραστης χαράς για τη Δράμα, μέρα της απελευθέρωσης, ήρθε την 1η Ιουλίου 1913: «Ο Ελληνικός μας στρατός νικητής και τροπαιούχος εισήλθεν εις την Δράμαν! Χαρά! Αγαλλίασις! Χορός! Άσματα, δάκρυα Χαρμόσυνα! Ελευθερία! …».

Ο μητροπολίτης Αγαθάγγελος υποδέχθηκε τον ελευθερωτή συνταγματάρχη Μιχαλόπουλο Αρκαδικό στη Δράμα, δίπλα του ήταν ο Παπαγιάννης Τερζής από το Μοναστηράκι –πρώην Μακεδονομάχος και προσφάτως χειροτονηθείς ιερέας στην Εικοσιφοίνισσα– ο οποίος οδήγησε στο Μοναστηράκι μια διμοιρία Ευζώνων που φιλοξενήθηκαν στο ξύλινο ελληνικό σχολείο δίπλα στην εκκλησία που υπήρχε.

Στην «κάτη βρύση», στο πλάτωμα, δίπλα στο καφενείο με την ονομασία «ΑΘΑΝΑΤΟ ΝΕΡΟ», έγινε μεγάλο γλέντι και γιορτή προς τιμήν τους και ο λαϊκός χαράκτης αποτύπωσε στο βράχο που δεσπόζει την επιγραφή “ΠΛΑΤΕΑ ΤΩΝ ΕΥΖΩΝΩΝ”, που μας θυμίζει την πρώτη απελευθέρωση της Δράμας και της υπαίθρου από τη διπλή κατοχή (Τούρκων και Βουλγάρων). Το σύμβολο αυτό του τόπου μας «αναμένει» υπομονετικά από εμάς τους νεότερους να το θυμόμαστε και να το αξιοποιήσουμε.

 

 

4) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΟΝ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟ

Από τον Κώδικα του Αγίου Γεωργίου πληροφορούμαστε ότι το 1906 ο Ξηροπόταμος είχε 135 περίπου οικογένειες πατριαρχικές, 55-60 εξαρχικές (βουλγαρικές), 35-40 μωαμεθανικές. Οι παραπάνω αριθμοί δείχνουν την μεγάλη υπεροχή του ελληνικού στοιχείου σε μια περίοδο ιδιαίτερα δύσκολη, όπου επικρατούσε η ένταση και η τρομοκρατία. Στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, η βουλγαρική προπαγάνδα προσπάθησε αρκετές φορές να δημιουργήσει εξαρχική ενορία στο χωριό. Τα έτη 1904-1906 η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου παρέμενε κλειστή. Με τις μεθοδικές και επίμονες προσπάθειες του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου ο ναός ξανανοίγει για λογαριασμό των Ελληνορθοδόξων.

altΤο Φεβρουάριο του 1906 επισκέφτηκε τον Ξηροπόταμο ο Χρυσόστομος με τον διάκονό του Θεμιστοκλή. Φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Ιωάννη Σαμαρά όπου κλήθηκαν οι δημογέροντες και οι επιφανείς Έλληνες του χωριού. Ο Μητροπολίτης τους παρότρυνε να συστήσουν το συντομότερο Επιτροπή Άμυνας και να οργανωθούν εναντίον των Κομιτατζήδων και των πρακτόρων της βουλγαρικής προπαγάνδας. Πράγματι συγκροτήθηκε Επιτροπή Άμυνας αποτελούμενη από τους: Δημήτριο Σταϊμενίδη ως πρόεδρο, τον Παπαδημήτρη ιερέα ως ταμία και Ιωάννη Σαμαρά ως γραμματέα. Στη συνέχεια συγκροτήθηκε ομάδα κρούσης από επίλεκτους νέους για την άμυνα και την εξόντωση των Κομιτατζήδων αποτελούμενη από τους: 1) Βασίλειο Θεολογίδη του Βασιλείου, 2) Θεόδωρο Κυριαζή, 3) Νικόλαο Σολάκη, 4) Ηλία Τρέγκο, 5) Δημήτριο Μανδρατζή, 6) Κων/νο Μανδρατζή του Αθανασίου και 7) Θεόδωρο Τότσιο.

Ο αρχικομιτατζής  Πανίτσα έμπαινε τακτικά στο χωριό και τρομοκρατούσε τον πληθυσμό. Οι Έλληνες κάτοικοι ζούσαν κάτω από τη συνεχή πίεση των Κομιτατζήδων. Αυτοί τους υποχρέωναν να πληρώνουν συνδρομή στο βουλγαρικό κομιτάτο και να γράφονται εξαρχικοί. Είναι η περίοδος που οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες ελέγχουν απόλυτα τον ορεινό όγκο βόρεια του χωριού.

Οι οικίες των Ιωάννη Σαμαρά και Βασιλείου Θεολογίδη χρησιμοποιούνταν από διερχόμενους οπλαρχηγούς και αντάρτες για διανυκτέρευση και κρυψώνα όπλων. Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1911 Τούρκοι συνέλαβαν τον Ιωάννη Σαμαρά σε αλώνι και τον κατακρεούργησαν. Ήταν 33 ετών και άφησε πίσω του τέσσερα παιδιά ορφανά. Βούλγαροι Κομιτατζήδες το 1913 απήγαγαν τον Β. Ζαφειρίου και αφού πρώτα τον βασάνισαν, έπειτα τον σκότωσαν. Την ίδια χρονιά Έλληνες αντάρτες φόνευσαν τον Βούλγαρο ιερέα Αθανάσιο Λούσκωφ.

Η βουλγαρική προπαγάνδα προσπάθησε ξανά να λειτουργήσει εξαρχική εκκλησία στο χωριό αλλά δεν τα κατάφεραν. Το 1909 επεδίωξαν μέσω του φιλοβούλγαρου αστυνόμου να φέρουν ιερέα, αλλά εξεγέρθηκαν οι κάτοικοι και τον έδιωξαν. Κατόπιν του επεισοδίου αυτού ο Τούρκος αστυνόμος έκλεισε την εκκλησία, αλλά μετά από λίγες ημέρες με την επέμβαση του Μητροπολίτη Δράμας άνοιξε πάλι.  Το 1910 η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και το σχολείο παρέμειναν στα χέρια των πατριαρχικών, ενώ οι εξαρχικοί, με τη βοήθεια των Νεότουρκων, αγόρασαν μια καπναποθήκη, στο χώρο που σήμερα στεγάζεται το Πνευματικό Κέντρο, το ισόγειο της οποίας μετέτρεψαν σε εκκλησία και τον όροφο σε σχολείο.

Το 1917 Βούλγαροι Κομιτατζήδες συνέλαβαν τον πατέρα του Άρμεν Κούπτσιου και άλλους οκτώ Έλληνες και αφού τους αφαίρεσαν ότι πολύτιμο είχαν πάνω τους, τους σφάγιασαν και τους έριξαν σε πηγάδι έξω από τον Ξηροπόταμο.

altΜακεδονομάχοι του Ξηροποτάμου που λάβανε μετάλλιο είναι οι εξής: Ι. Παπαϊωακείμ (ιερέας), Ι. Εκλεμές, Γλυκερία Σαμαρά, Δ. Μανδρατζής. Στους καταλόγους των οικείων Συλλόγων Μακεδονομάχων αναφέρονται και οι: Θ. Τότσιος, Κ. Ρούτσου, Κ. Μανδρατζής, Γ. Δερμεντζής, Γ. Μαυρουδής, Ν. Σολάκης, Β. Θεολογίδης, Α. Αθανασιάδης, Β. Θεολόγος, Μητρούσης και Ρόιντα Λούση. Εξαιρετική μαχητική δράση στον αγώνα έδειξε η τελευταία, η οποία με γενναιότητα, ταχύτητα και ευφυΐα, κινούνταν ως σύνδεσμος μεταξύ των αντάρτικων Σωμάτων και του χωριού, μεταφέροντας όπλα και αλληλογραφία. Χρησιμοποιούσε τις μεταμφιέσεις και περνούσε απαρατήρητη από τα μάτια των Τούρκων.

Τέλος, ο Λουκίδης Ανδρέας γεννήθηκε το 1881 και πέθανε το 1953 αφού διετέλεσε 20 χρόνια πρόεδρος του χωριού και απέκτησε δέκα παιδιά με δύο συζύγους. Ήξερε γραφή και ανάγνωση και ήταν μαχητής. Στο σπίτι του γινόταν συχνά συγκεντρώσεις με άλλους μακεδονομάχους και εκπροσώπους της εκκλησίας (δεσπότης, ιερείς), όπου συζητούσαν για την πορεία του μακεδονικού αγώνα. Υπερασπίστηκε τον τόπο του και εξορίστηκε από τους Βουλγάρους.


 

5) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΟ ΠΑΓΟΝΕΡΙ

Η βουλγαρική προπαγάνδα για τον εκβουλγαρισμό των κατοίκων του Παγονερίου ξεκίνησε αρκετά χρόνια πριν το 1903, αρχικά με άφθονα χρήματα και έπειτα με τρομοκρατία και δολοφονίες όσων αρνούνταν να γίνουν σχηματικοί. Αποτέλεσμα αυτών ήταν το 1903 από τις διακόσιες περίπου οικογένειες του χωριού, οι εβδομήντα να γίνουν εξαρχικές, ενώ υπήρχαν και δεκατρείς τουρκικές. Το Παγονέρι ήταν απομονωμένο αφού τα πέριξ χωριά κατοικούνταν από Τούρκους, ενώ τα γειτονικά Λιβαδάκι και Κριθαράς από σχηματικούς. Ταυτόχρονα δρούσαν στην περιοχή Κομιτατζήδες.

altΑπό ενάρξεως του σχίσματος ακόμη, οι Βούλγαροιεξαρχικοί απαίτησαν και πέτυχαν η μοναδική ελληνορθόδοξη εκκλησία του χωριού να λειτουργεί στη δεξιά πτέρυγα ελληνιστή στη δε αριστερή βουλγαριστή,  ενώ το 1901 απέσπασαν και το μισό σχολείο. Συνέπεια αυτών ήταν να διαδραματιστούν διάφοροιδιαπληκτισμοί,όπως αυτός την άνοιξη του 1901 μεταξύ του Κων/νου Χρ. Πέντσα και του Βούλγαρου διδάσκαλο Αλέξιο Ζαχαρίου όταν ο δεύτερος επιχείρησε να ψάλει στη βουλγαρική γλώσσα στη δεξιά πτέρυγα. Ο Κων/νος Πέντσας για το επεισόδιο αυτό καταδικάστηκε από τους Τούρκους σε τρίμηνη φυλάκιση, ενώ η εκκλησία σφραγίστηκε, αφού δεν δέχθηκαν οι ελληνορθόδοξοι την εναλλάξ λειτουργία της με τους εξαρχικούς. Η εκκλησία λειτούργησε εναλλάξ μόνο για μικρά χρονικά διαστήματα. Τελικά το 1909 η εκκλησία και το σχολείο αποδόθηκαν στους Έλληνες, ενώ οι σχηματικοί έκτισαν δικά τους.

Ο Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος ήταν ο προστάτης των αγωνιζομένων Ελλήνων και απέστειλε τα έξι πρώτα όπλα και χρήματα για τον αγώνα. Το 1903 επισκέφτηκε το χωριό, άνοιξε την εκκλησία για μικρό χρονικό διάστημα και προσπάθησε να επαναφέρει σχηματικούς στην Ορθοδοξία. Αυτή την περίοδο έκαναν την εμφάνισή τους στο Παγονέρι και οι ελληνικές αντάρτικες ομάδες με οπλαρχηγούς τον εκ Ν. Ζίχνης ονόματι Τάκη, τον εκ Καλής Βρύσης ονόματι Μάρτζο και τον Κων/νο Νταή ή Τσάρα με 18 άνδρες κατέλυαν στα σπίτια των αδελφών Πέντσα και Ιωάννη Βενιζέλου.

altΣτα αντάρτικα Σώματα κατετάγησαν οι εξής κάτοικοι του Παγονερίου: 1) Πέντσας Δημήτριος του Αγγέλου στου Καπετάν Τσάρα (απεβίωσε το 1956), 2) Αθανάσιος Βλάχος ή Μόνιος, 3) Κων/νος Βλάχος, 4) Κων/νος Παπαοικονόμου και 5) Αθανάσιος Γοριδάρης στου Καπετάν Δούκα. Από τους παραπάνω Μακεδονομάχους ο Αθανάσιος Βλάχος ή Μόνιος δολοφονήθηκε από Βούλγαρους Κομιτατζήδες το 1913 όταν έπεσε σε ενέδρα στο δρόμο Κ. Νευροκοπίου–Παγονερίου. Ήταν μόλις 28 ετών. Το κεφάλι του περιφέρονταν στα βουλγάρικα χωριά ως τρόπαιο. Ο γιος του για λόγους ασφαλείας (προστασία από την εκδικητική δράση των Βουλγάρων), πήρε το επίθετο της μητέρας του «Μόνιος». Επίσης, ο Κων/νος Παπαοικονόμου κρεουργήθηκε και ρίχτηκε σε πηγάδι έξω από τον Ξηροπόταμο το 1917 από Βουλγάρους. Την ίδια τύχη με τον δεύτερο είχε και ο Πέτρος Σίμος. Συνεργάτες και πληροφοριοδότες των Ελλήνων ανταρτών ήταν όλοι οι Έλληνες κάτοικοι το χωριού, διακρίθηκαν όμως για το ζήλο, την αυταπάρνηση και τη μαχητικότητα οι αδελφοί Αθανάσιος και Μάρκος Πέντσας, οι αδελφοί Νικόλαος και Δημήτριος Καραντώνης, ο Ιωάννης Σούσκας, ο Ιωάννης Βενιζέλος, ο Κων/νος Χρ. Πέντσας, ο Χρήστος Μάρκου Πέντσας (αργότερα ιερέας), ο Πέτρος Σίμος, οι αδελφοί Γεώργιος και Βασίλειος Παπαοικονόμου, ο Λάζαρος Τσελεπής (του οποίου την οικία έκαψαν το 1905 οι σχηματικοί), ο Γεώργιος Γοριδάρης, ο Αθανάσιος Σταμάτης και ο Γεώργιος Παπαγεωργίου (ιερέας).

altΑπό το 1903 μέχρι το 1909 Βούλγαροι Κομιτατζήδες δολοφόνησαν τους Έλληνες: 1) Προεστό Θεόδωρο Αθανασίου (28-7-1904), 2) Κων/νο Κυριαζή (26-12-1905), 3) Στέφανο Νιδέλτσιου (12-4-1906) και  4) Πέτρα Τσιλιγγίρη από το Λιβαδάκι η οποία υπέκλεπτε πληροφορίες για τα σχέδια των Κομιτατζήδων και τα διαβίβαζε στους Έλληνες. Προσπάθεια δολοφονίας έγινε από σχηματικούς κατά των Αθανασίου, Δημητρίου και Γεωργίου Πέντσα (9-2-1906). Επίσης, συνέλαβαν έξω από το Λιβαδάκι τον Κων/νο Αβραμόπουλο, ο οποίος τους διέφυγε λίγο πριν τον εκτελέσουν.


 

 6) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΟΥΣΑ

altaltΜε το Βουλγαρικό σχίσμα (1870) κάνει την εμφάνισή της και στην Πετρούσα η βουλγαρική προπαγάνδα. Οι ”Κομιτατζήδες” προσπάθησαν να εξαναγκάσουν τους κατοίκους να υπαχθούν στη βουλγαρική εξαρχία.

Το 1880 παραχωρήθηκε στη Βουλγαρική εξαρχία από τους Τούρκους ο ιερός ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, και σαν συνέπεια αυτής, ήταν να συλλειτουργούν στον ναό εναλλάξ τις Κυριακές-Αργίες, μία ο Έλληνας ιερέας και μία o Βούλγαρος. Επειδή όμως η Βουλγαρική Διοίκηση καταστρατηγούσε τη διαδικασία αυτή υπέρ της και ασκούσε έντονες πιέσεις στους Έλληνες, αναγκάστηκε ο ιερέας με πολλούς πιστούς να αποχωρήσουν παίρνοντας μαζί τους και τα λειτουργικά σκεύη του ναού

altΟ ιερέας μαζί με τους κατοίκους κατασκεύασαν οίκημα με πρόχειρα υλικά, στην βορειοανατολική πλευρά του χωριού, όπου και τελούσαν τις ιερές ακολουθίες. Το 1902 θεμελιώθηκε στην ίδια θέση καινούργιος ναός και την 1η Ιουνίου 1908 εγκαινιάστηκε από τον Άγιο Χρυσόστομο Μητροπολίτη Δράμας.

Ο ναός των Εισοδίων κάηκε από τους Τούρκους τον Οκτώβριο του 1912. Στον αύλειο χώρο του ναού αυτού λειτουργούσε αλληλοδιδακτικό ελληνικό σχολείο από το 1876. Οι εξαρχικοί όμως κατάφεραν να καταλάβουν και το μισό σχολείο.

altΗ βουλγαρική προπαγάνδα αντιμετωπίστηκε με σθεναρή αντίσταση από τους κατοίκους του χωριού, που με τον τρόπο τους συνέβαλαν στην εξέλιξη του Μακεδονικού Αγώνα και τελικά στην απελευθέρωση της περιοχής. Αξίζει να αναφέρουμε ότι στον αγώνα αυτό συμμετείχαν οι: Αθανάσιος Βαλαβάνης, Καλαϊτζής Μιλτιάδης, Νικόλαος Μαδεμλής, Γάιδας Αθανάσιος, Βόλακλης Δημήτριος, Λαζαρίδης Μιχαήλ, Παπαστεργίου Αθανάσιος, Γιαννίκης Άγγελος, Δημήτριος Παπαθανασίου, Βώλακλης Θεόδωρος, Κότιος Θεόδωρος, Τερνεκτσής Αθανάσιος, Γιώργος Ντίνιος, Στογιάννης Παυλίδης, Ελένη Κατσιούρα  και πολλοί άλλοι.

altΤο 1906 με διαταγή του ναυάρχου Στυλιανού Μαυρομιχάλη (Μαυρομάτη) ιδρύεται στο χωριό Κέντρο Δράσεως των Ελλήνων υπό την αρχηγεία του Πέτρου Αθαν. Βαλαβάνη, στο οποίο εντάχθηκαν οι: Δημήτριος Βόλακλης, Βόιτσιος Κότιος, Μιλτιάδης Καλαϊτζής, Αθανάσιος Γάιδας, Γεώργιος Μιχαηλίδης, Στογιάννης Παυλίδης, Γεώργιος Ντίνιος, Μάρκος Γιάντσιος, Ιωάννης Κατσαρός, Νικόλαος Μαδεμλής, Άγγελος Γιαννίκης, Θεόδωρος Κότιος, Αθανάσιος Τερνεκτσής και άλλοι πολλοί.

altΤην 6η Ιουλίου 1906 ομάδα Κομιτατζήδων του Πανίτσα, εισχώρησε στο χωριό και έξω από το παντοπωλείο του Μιχ. Λαζαρίδη φόνευσε τους Έλληνες: πρόεδρο της Κοινότητας Δημήτριο Μαδεμλή, Αντώνιο Γάιδα και Γεώργιο Μαρινίδη, ενώ τραυμάτισε τον Αθανάσιο Τσισμετζή και την Ελένη Κατσιούρα. Τον Απρίλιο του 1907 Βούλγαροι Κομιτατζήδες φόνευσαν τον διακεκριμένο Έλληνα Κων/νο Κουνδουρά. Σε αντίποινα το Ελληνικό Κέντρο Δράσης φόνευσε τον Βούλγαρο ιερέα και τον πρόεδρο της βουλγαρικής Κοινότητας.

altaltΜετά τους παραπάνω φόνους, οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες αποφάσισαν να εξοντώσουν όλους τους Έλληνες του χωριού. Μια ημέρα του Μαΐου του 1907, ισχυρές δυνάμεις Κομιτατζήδων κατέλαβαν επίκαιρες θέσεις πέριξ του χωριού, αναμένοντας το σύνθημα για δράση. Μια ομάδα τριών ατόμων έγινε αντιληπτή και εξοντώθηκε από τον Έλληνα αγροφύλακα και μέλος του Κέντρου Δράσεως Στογιάννη Παυλίδη. Ο θόρυβος που προκλήθηκε, κινητοποίησε τους Έλληνες ώστε να πάρουν μέτρα αμύνης, οι δε Τούρκοι να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους από την Προσοτσάνη. Ακολούθησε συμπλοκή μεταξύ Τούρκων στρατιωτών και Βούλγαρων Κομιτατζήδων όπου οι τελευταίοι τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω τρεις νεκρούς και τραυματίες.  Από τότε δεν ξανά τόλμησαν να επιτεθούν εναντίων των Ελλήνων.

 

 

7) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΟΤΣΑΝΗ

Στην  Προσοτσάνη κατοικούσαν 400 οικογένειες Τούρκων και 450 χριστιανικές. Μετά το Σχίσμα του 1870 άρχισαν στην Προσοτσάνη και στα γύρω χωριά, ένας τρομερός αλληλοεξοντωτικός διωγμός των κατοίκων, με επίκεντρα τις εκκλησίες και τα σχολεία, που διεξήγαγαν και οι δύο παρατάξεις, Πατριαρχικοί και Εξαρχικοί. Το 1902 ο αγώνας αυτός προσέλαβε αιματηρή μορφή με την εμφάνιση Βουλγάρων Κομιτατζήδων, οι οποίοι προς τρομοκράτηση των Ελλήνων άρχισαν να φονεύουν τους Έλληνες προκρίτους κάθε χωριού. Οι διαμάχες για την απόκτηση των υπαρχόντων σχολείων και εκκλησιών διήρκησαν μέχρι το 1910. Η αποτυχία των σχεδίων των Βουλγάρων στην περιοχή της Προσοτσάνης οφείλεται κυρίως στη δράση της  «Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας Ηώς» που ιδρύθηκε το 1873 με έμβλημά της την εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής. Σε αυτή συμμετείχαν πρόκριτοι, δημογέροντες και πολλοί απλοί Έλληνες κάτοικοι της Προσοτσάνης. Σκοπός της αδελφότητας ήταν να διατηρήσει ζωντανό το φρόνημα των Ελλήνων κατοίκων της Προσοτσάνης και των γύρω χωριών και να καλλιεργήσει την Ελληνική παιδεία.

Από τα πρώτα μελήματα της οργάνωσης ήταν η αγορά οικοπέδου όπου άρχισε η οικοδόμηση καινούργιας εκκλησίας και σχολείου. Τα χρήματα για την αγορά του οικοπέδου συγκεντρώθηκαν από τις εισφορές όλων των κατοίκων της Προσοτσάνης. Χτίστηκε εκκλησία (στο χώρο δίπλα στο Α΄ Δημοτικό Σχολείο) αφιερωμένη στα "Εισόδια της Θεοτόκου" και αποτελούσε για πολλά χρόνια το καμάρι της Προσοτσάνης, που όμως είχε τραγική κατάληξη, αφού το 1949 κάηκε ολοσχερώς. Στον ίδιο χώρο κατασκευάστηκε κτίριο το οποίο χρησίμευε ως σχολείο (παρθεναγωγείο και αρρεναγωγείο). Το 1903 ξεκίνησε η κατασκευή, στον ίδιο χώρο, νέου σχολείου με την Αδελφότητα να πρωτοστατεί, ενώ σημαντική ήταν και η βοήθεια του Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Δράμας Χρυσοστόμου, καθώς και του ιδρύματος Μελά. Τα  εγκαίνια  του σχολείο έγιναν την 15η Σεπτεμβρίου 1909.

altΓνωστοί πρόεδροι της Αδελφότητας αναφέρονται ο Κων/νος Βουλτσιάδης, ο γιατρός Νικόλαος Λιάμης (λόγω της δράσης του Βούλγαροι πράκτορες προσπάθησαν να τον σκοτώσουν την Μ. Πέμπτη του 1878), ο Γεώργιος Παπούλης και ο Λεωνίδας Βουλτσιάδης. Άλλες δραστηριότητες της οργάνωσης ήταν η δημιουργία φιλαρμονικής με περισσότερα από 30 όργανα, η ίδρυση βιβλιοθήκης στο Αναγνωστήριο (το μετέπειτα καφενείο "Καζίνο") και η δημιουργία θεατρικής ομάδας.

Επίσης, άξιοι αγωνιστές ανεδείχθησαν ακόμη οι: Ιωάννης Παπαοικονόμου, Γεώργιος Βουλτσιάδης, Κων/νος Ράγιας, Λεωνίδας Βουλτσιάδης, Χατζηλεωνίδας Στοϊμένου, Γιαννάκης Βασιλείου ή Νάκας, Γεώργιος Κωνσταντίνου ή Φαβρικάνος, Αδάμ Μακρής, Ιωάννης Καραγιάννης, Γεώργιος Τριανταφυλλίδης, Χαράλαμπος Λαδιάς, Κώττας Νάκου, Νικόλαος Κατσιγιάννης ή Κολιαμάνης, Κων/νος Κατσιγιάννης και Παπαδημήτριος Νάκας Αρχιμανδρίτης.

altΠρόεδρος της Επιτροπής Αμύνης της Προσοτσάνης ορίστηκε ο Παππούλης Γεώργιος, γραμματέας ο Αδάμ Μακρής και ταμίας ο Παπαδημήτρης Βογιατζής. Ο τελευταίος γεννήθηκε στην Προσοτσάνη το 1882. Το 1902 διορίστηκε δάσκαλος στο σχολείο του Βώλακα από τον Μητροπολίτη Δράμας Χρυσόστομο. Ταυτόχρονα, ορίστηκε και τοποτηρητής του Κέντρου Δράσεως Βώλακα, για την οργάνωση του Μακεδονικού Αγώνα στο χωριό. Το 1923 χειροτονήθηκε ιερέας στην Προσοτσάνη (αργότερα προήχθη σε αρχιμανδρίτης). Την ομάδα εκτελεστών στην Προσοτσάνης είχαν αναλάβει οι: 1) Χρήστος Βογιατζής Νάκος, 2) Ιωάννης Μίντσης, 3) Ευστάθιος Τέγος, 4) Στέργιος Καραΐσκου, 5) Στέργιος Σακάρης, 6) Κωνσταντίνος Παράσχου, 7) Κωνσταντίνος Παπάζογλου, 8) Κωνσταντίνος Κίτσος, 9) Αβραάμ Τσάλας, 10) Νικόλαος Αστεριάδης. Τα όπλα μετέφεραν από Καβάλα και Δράμα οι: Κωνσταντίνος Κίτσος, Ευστάθιος Τέγος και Χρήστος Βογιατζής.

altΙδιαιτέρως εξαιρετική δράση στον αγώνα παρουσίασε ο Μακεδονομάχος Χρήστος Βογιατζής ή καπετάν Νάκος. Γεννήθηκε το 1874 στην Προσοτσάνη. Η υπηρεσία που προσέφερε στον αγώνα ήταν πολύπλευρος. Πολεμιστής στο Σώμα, οδηγός, εκτελεστής, σύνδεσμος και ό,τι του επιφόρτιζε το Ελληνικό Προξενείο. Υπηρέτησε στο Σώμα του καπετάν Τσάρα. Ο καπετάν Νάκος είχε επικηρυχθεί από το κεντρικό κομιτάτο της Σόφιας αντί 900 τουρκικών χρυσών λυρών για το φόνο του. Για την παλικαριά του γράφτηκε το παρακάτω δημοτικό άσμα:

«Βογιατζής φώναξε, βρε Τσαβδάρωφ αρκουδιάρη,

στάσου να πολεμήσουμε αν είσαι παλληκάρι.

Πέντε μήνες τώρα σε ζητώ πού να σ’ εύρω δεν ηξεύρω,

πού πας και χάνεσαι και δεν μπορώ να σ’ εύρω;»

 

Το Φεβρουάριο του 1909 οι πρόκριτοι μαζί με τον Βογιατζή Χρήστο πήγαν στον Μυλοπόταμο, στην οικία του Γεωργίου για κατήχηση. Κατόπιν προδοσίας ήρθε Τούρκος να τους συλλάβει. Ο Νάκος τον σκότωσε. Έπειτα συνελήφθη από τις τουρκικές Αρχές και καταδικάστηκε σε 3 έτη φυλάκισης στις φυλακές της Θεσσαλονίκης. Στις 2 Φεβρουαρίου 1912 αποφυλακίστηκε. Το 1913 ο Χρήστος Βογιατζής συνελήφθη από τους Βούλγαρους κατακτητές μαζί με τον Παπαδημήτρη και τον Νικολάου, καθ’ οδόν όμως απέδρασε. Ο Νικολάου απεβίωσε στη Βουλγαρία από τις κακουχίες, ο δε Παπαδημήτρης απελευθερώθηκε αργότερα. Το 1917 ο θρυλικός αγωνιστής Βογιατζής συνελήφθη πάλι στη Δράμα από τους Βουλγάρους και τον έκλεισαν στις φυλακές επί 12 μήνες, ενώ την οικία του τη λεηλάτησαν κατ’ επανάληψη.

Ο πρόκριτος της Προσοτσάνης Λεωνίδας Βουλτσιάδης ενίσχυε οικονομικά τον αγώνα, την εκκλησία, τα ελληνικά σχολεία και τους πτωχούς της Κοινότητας. Στην οικία του διέμενε επί ένα έτος ως δάσκαλος ο Καπετάν Τσάρας (Κων/νος Νταής) το 1905 με το ψευδώνυμο Σπηναρίδης. Ο Θωμάς Σεκερτζής γεννήθηκε στην Προσοτσάνη το 1879. Μυήθηκε από τους πρώτους στον Μακεδονικό αγώνα. Του ανατέθηκε από τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο η υπηρεσία του πράκτορα. Συχνά μετέβαινε στη Μητρόπολη και λάμβανε οδηγίες και ανέφερε πληροφορίες για τις κινήσεις των αντιπάλων. Η ευρύχωρη οικία του χρησιμοποιούνταν ως εκπαιδευτήριο για την εξάσκηση των νέων στα όπλα, ως κατήχηση για την ελευθερία της Μακεδονίας, αλλά χρησιμοποιούνταν και ως κατάλυμα των διερχομένων οπλαρχηγών ανταρτών και πρακτόρων του ελληνικού Κομιτάτου.

Στα ένοπλα Σώματα του Καπετάν Δούκα και του Καπετάν Τσιάρα εκτός του Χρήστου Βογιατζή υπηρέτησαν και οι: Θεόδωρος Βλαχτάς (γεννήθηκε στο Περιθώρι το 1878), Στέργιος Κοτζιάς (γεννήθηκε το 1881), Ιωάννης Κιοσές (γεννήθηκε το 1869), Θωμάς Τενεκετζής (γεννήθηκε το 1883), Νικόλαος Χατζηκωνσταντίνος (γεννήθηκε το 1877) και Θ. Καραγιάννης (γεννήθηκε το 1884). Όλοι αυτοί συμμετείχαν σε πολλές συμπλοκές εναντίον Βουλγάρων Κομιτατζήδων και τμημάτων τουρκικού στρατού, διακρίθηκαν για ανδρεία και αυτοθυσία προς την Πατρίδα. Μεταξύ των πολλών δολοφονημένων Ελλήνων από το βουλγαρικό Κομιτάτο σύμφωνα με έκθεση του προξένου Σερρών Σακτούρη, ήταν και ο Απόστολος Αθανασίου (Αγωγιάτης), ο οποίος φονεύθηκε καθ’ οδόν για το Νευροκόπι την 13-4-1906.

altΚορυφαίος αγωνιστής υπήρξε ο Θεόδωρος Βλαχτάσης ή Βλαχτάς, ο μετέπειτα κάτοικος και γαμπρός στην Προσοτσάνη. Ήταν στενός συνεργάτης του Μητροπολίτη Θεοδώρητου στις δύσκολες μέρες του Μακεδονικού Αγώνα. Το 1898 σκότωσε δύο σχισματικούς στο Περιθώρι. Καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση. Οδηγήθηκε στις φυλακές της Ρόδου από όπου δραπέτευσε στις 5 Μαΐου του 1901. Κατέφυγε στη Βάρνα, αλλά όταν τον εντόπισαν αυτός έφυγε. Βρήκε άσυλο στην Ιερά Μονή Προδρόμου Σερρών, όπου έμεινε κρυμμένος ως το 1903, για να καταλήξει στην Προσοτσάνη μετέχοντας στην ομάδα εκτελεστών ως το 1908. Το 1912 εντάχθηκε στο 15μελές αντάρτικο σώμα του Καπετάν Δούκα ως ένα από τα επίλεκτα παλικάρια του.

altΤέλος, ο Μακεδονόμαχος Βεργίδης Πασχάλης του Παναγιώτη έδρασε ως οπλίτης. Συνεργάστηκε με τον οπλαρχηγό Αντώνη στην περιφέρεια Ζίχνης Σερρών, ενώ αργότερα τέθηκε υπό τις διαταγές του οπλαρχηγού Πέου. Το Μάιο του 1905, μετά από προδοτική ενέργεια του Δ. Κεφαλά, συνελήφθη και φυλακίστηκε για ένα χρόνο.

 

 

 

8) Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΟΥΣ ΠΥΡΓΟΥΣ

Οι Μακεδονομάχοι του χωριού ήταν οι παρακάτω:

  1. Παύλος Στοϊμένου του Αθανασίου (αρχηγός τμήματος Πύργων)
  2. Κων/νος Στοϊμένου του Αθανασίου
  3. Ηλίας Παραλής του Ιωάννη
  4. Ιωάννης Τσαούσης του Κων/νου
  5. Γεώργιος Βαλκάνης του Θεοδώρου
  6. Ιωάννης Καλτσάμης του Πέτρου
  7. Δημήτριος Καλτσάμης του Αγγέλου
  8. Δημήτριος Υψηλός του Κων/νου
  9. Αναστάσιος Στοϊμένου του Αθανασίου
  10. Κων/νος Γιάγκου του Ιωάννη
  11. Δημήτριος Καλτσάνης του Πέτρου
  12. Άγγελος Γερασίμου του Κων/νου
  13. Κων/νος Γιόρτσιου του Δημητρίου
  14. Παπα Χρήστος ιερέας
  15. Γερασίμου Θεόδωρος του Κ.
altΌλοι οι κάτοικοι του χωριού ήταν Έλληνες και βοήθησαν στον αγώνα ο καθένας με τις δυνάμεις του. Σχισματικοί δεν υπήρξαν στους Πύργους ούτε εισέβαλαν ποτέ Βούλγαροι Κομιτατζήδες. Ιδρύθηκε και έδρευε στο χωριό ελληνικό Σώμα με δύναμη ανδρών 16-20 ατόμων και αρχηγό τον Παύλο Στοϊμένου.

Μια φορά, εστάλησαν δήθεν ως εργάτες τέσσερεις ένοπλοι άνδρες (Ιωάννης Καλτσάμης, Δημήτριος Καλτσάμης, Δημήτριος Υψηλός και Άγγελος Στοϊμένου) από το Σώμα των Πύργων στο Τσικλίκιον Κομβόκη (μεταξύ Καλλιθέας–Μεγαλοκάμπου) για να εμποδίσουν τους Βούλγαρους Κομιτατζήδες να λαμβάνουν τρόφιμα από εκεί. Τους αντιλήφθησαν όμως οι Βούλγαροι, οι οποίοι με μια ομάδα 30 ανδρών τους περικύκλωσε ένα βράδυ, βάζοντας φωτιά στις αποθήκες. Οι Έλληνες αντάρτες κλείστηκαν εντός της οικίας όπου ακολούθησε μάχη. Από τα παράθυρα κατάφεραν να φονεύσουν 3-4 Βούλγαρους Κομιτατζήδες. Το πρωί αποχώρησαν οι Βούλγαροι παίρνοντας μαζί τους τα πτώματα.

Τους Πύργους επισκέφτηκε ο Καπετάν Τσιάρας (Κων/νος Νταής) με 20 άνδρες του και παρέμεινε για δέκα ημέρες, συνεργαζόμενος με το αντάρτικο τμήμα του Παύλου Στοϊμένου. Επίσης, ο αξιωματικός Καπετάν Σιούρος παρέμεινε επί είκοσι ημέρες για αναδιοργάνωση του Σώματος.

Ουδείς κάτοικος των Πύργων φονεύθηκε από τους Κομιτατζήδες. Απεναντίας, σε εκδίκηση για το θάνατο του προκρίτου Αθανασίου Βαλαβάνη, ο αρχηγός του Σώματος των Πύργων φόνευσε με πελέκι εντός της πλατείας της Πετρούσας τον Βούλγαρο ιερέα, χωρίς να γίνει αντιληπτός. Οι άνδρες του Σώματος εκτέλεσαν πλήθος αποστολών που τους ανέθεσαν το Ελληνικό Κέντρο Δράσης και ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος.