Ο παππούς και η αρκούδα
Παραμύθια |
Κάποτε ήταν ένας παππούς, που μια μέρα του χειμώνα πήγε στο δάσος να κόψει ξύλα. Πιάνει ξαφνικά μια χιονοθύελλα και ο παππούς εγκλωβίζεται στα χιόνια. Δεν βρίσκει δρόμο να φύγει ούτε μέρος να κρυφτεί. Περνάει μια αρκούδα, λυπήθηκε τον παππού και του λέει:
-Παππού, τι κάνεις εδώ; Έλα στη σπηλιά μου να σε φιλοξενήσω. Εδώ θα πεθάνεις από το κρύο.
Ο παππούς δεν είχε άλλη επιλογή και πηγαίνει με την αρκούδα στη σπηλιά της. Η αρκούδα άναψε φωτιά, τάισε τον παππού και τον περιποιήθηκε. Την άλλη ημέρα, βελτιώθηκε ο καιρός και ο παππούς λέει:
-Λέω να φύγω αρκούδα, ο καιρός σήμερα είναι καλός.
-Όπως θέλεις παππού, να φύγεις. Πέρασες καλά μαζί μου;
-Πέρασα πολύ ωραία αρκούδα, μόνο που μύριζαν τα χνώτα σου.
Το τελευταίο που είπε ο παππούς, στεναχώρησε πολύ την αρκούδα και λέει:
-Πριν φύγεις, πάρε το τσεκούρι και χτύπα με μια στο κεφάλι.
-Πώς να σε χτυπήσω λέει ο παππούς.
-Όχι χτύπα με, επιμένει η αρκούδα.
Παίρνει ο παππούς το τσεκούρι, δίνει μια στην αρκούδα και φεύγει. Περνάει πολύς καιρός και ο παππούς αναρωτιέται αν ζει ακόμη η αρκούδα που χτύπησε. Πηγαίνει μια μέρα πάλι στο δάσος και περνάει από τη σπηλιά της. Βλέπει την αρκούδα εκεί και τη ρωτά:
-Αρκούδα, εγώ σε πλήγωσα με το τσεκούρι και ήρθα να δω τι κάνεις;
-Αχ παππού, η πληγή μου πέρασε, αλλά αυτό που μου είπες, ρίζωσε μέσα μου και δεν περνάει.
Κι αυτοί ζήσανε και εμείς με τα παραμύθια μείναμε.