Καπνοπαραγωγός
Επαγγέλματα |
Το επάγγελμα του καπνοπαραγωγού μπορεί σήμερα να έχει εγκαταλειφθεί από τους περισσότερους, αλλά στο παρελθόν αποτελούσε την κύρια απασχόληση των περισσοτέρων κατοίκων της περιοχής μας.
Ο τρόπος παραγωγής του άλλαξε σημαντικά σε σχέση με το παρελθόν.
Τον σπόρο του καπνού τον έσπερναν σε πρασιά ή «χασλαμάδες».
Παράλληλα, προετοιμαζόταν το καπνοχώραφο.
Η μεταφύτευση του καπνού από το φυτώριο στο χωράφι κατά το τρίτο 10ήμερο του Μαΐου απαιτούσε κατ’ αρχήν το όργωμα με το αλέτρι και να σχηματιστούν σαμαράκια τα λεγόμενα «καρίκια» ή «τσιζιά» πάνω στα οποία θα φυτευτεί ο καπνός.
Με το φυτευτήρι ή αλλιώς «μπασκί», δημιουργούσανε ανά 15 εκ. περίπου τρύπα όπου φυτεύανε το φυτό και δίπλα ανοίγανε δεύτερη τρύπα για να σφίξουν τη ρίζα στο χώμα ώστε να πιάσει. Έπειτα, τα ποτίζανε με ποτιστήρι κουβαλώντας νερό σε καδιά με τα ζώα.
Στο μεταξύ, όσα καπνά είχαν φυτέψει αρχικά, είχαν ήδη μεγαλώσει και χρειαζόταν τσάπισμα για να κοπούν τα αγριόχορτα και να αναπτυχθούν σωστά. Ξεκινούσαν λοιπόν το τσάπισμα, το οποίο διαρκούσε συνήθως από μία έως δύο εβδομάδες.
Τα καπνά ήταν πλέον σε ύψος περίπου μισού μέτρου και μπορούσε να ξεκινήσει η συγκομιδή.
Όλο το καλοκαίρι, για να είναι εφικτή η συγκομιδή, χρειάζονταν τα φύλλα του καπνού να διατηρούν ορισμένη υγρασία. Μόνο τη νύχτα μπορούσαν να το επιτύχουν αυτό. Έτσι λοιπόν, ξεκινούσαν από τις μία μετά τα μεσάνυχτα και με το φως των φαναριών και των λουξ (πολύ πιο φωτεινά από τα απλά φανάρια), και άρχιζαν τη δουλειά μέσα στη νύχτα.
Η συγκομιδή γινόταν σε πέντε στάδια (χέρια), αποσπούσαν (έσπαζαν) από τα καπνόφυτα τα φύλλα του καπνού που ήταν ώριμα, δηλαδή κιτρίνιζαν ελαφρά. Η σταδιακή ωρίμανση των φύλλων, επέβαλε το «σπάσιμο», να γίνεται σε πέντε «χέρια»: το πρώτο ή πατόφυλλα, το δεύτερο ή μάνα με τα μεγαλύτερα σε μέγεθος φύλλα, το τρίτο ή κουβαλαμά, το τέταρτο ή ούτσαλντι και τέλος το πέμπτο ή ούτσια που ήταν πολύ μικρά φυλλαράκια κοντά στην κορυφή του φυτού εξαιρετικής ποιότητας και με έντονο άρωμα.
Τα φύλλα στοιβάζονταν με τη σειρά στα κοφίνια και μεταφέρονταν στο σπίτι.
Ακολουθούσε στο σπίτι η διαδικασία του «μπουρλιάσματος» ή «βελονιάσματος». Ένα - ένα φύλλο περνιότανε σε ειδική βελόνα μήκους 50 εκ. περίπου και από εκεί σε σπάγκο, για να κρεμαστεί στον ήλιο και να ξεραθεί, το λεγόμενο «σαρίκι». Η ξήρανση γίνονταν σε λιάστρες και σε ξύλινες βέργες στους τοίχους των σπιτιών.
Από τον Οκτώβριο μήνα μέχρι τον Μάρτιο, ακολουθούσε η συσκευασία του καπνού σε δέματα, το λεγόμενο «παστάλι». Πρώτα όμως έπρεπε να αφαιρεθεί ο σπάγκος και να καθαριστούν ένα - ένα τα φύλλα από ξένες ύλες και να τοποθετηθούν προσωρινά σε ξύλινους γύρους. Έπειτα, υπήρχε ένα στενόμακρο ξύλινο καλούπι, το «σεντούκι», στο οποίο τοποθετούνταν ο καπνός για να συσκευαστεί σε δέματα που περιμετρικά τα τύλιγαν με καναβάτσο, το αποκαλούμενο «τσούλι» και τα έδεναν με σχοινί με τη βοήθεια ειδικής βελόνας, της σακοράφας.
Η συσκευασία γίνονταν κατά ποιότητες και ίδιου μεγέθους φύλλα.
Στις μέρες μας η καλλιέργεια και η οικιακή επεξεργασία του καπνού έχει απλοποιηθεί πάρα πολύ και εξακολουθεί να απασχολεί πολύ λίγες οικογένειες στην περιοχή.