Σύντομο ιστορικό Παγονερίου
Ιστορία |
Το Παγονέρι βρίσκεται 20 χλμ. ΒΔ του Κ. Νευροκοπίου σε υψόμετρο 750 μ. ενώ απέχει από την πόλη της Δράμας 65 χλμ. και από τα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα 7 χλμ. Το παλαιότερο όνομά του ήταν Τσερέσοβο (=Κερασοχώρι). Το Παγονέρι αναγνωρίστηκε αρχικά ως Κοινότητα Τσερέσοβο με το Β.Δ. της 13-11-1919 (ΦΕΚ Α’ 251) αποτελούμενο από τους οικισμούς: Τσερέσοβον, Μπλάτσεν (Αχλαδιά), Δεμπρετζίκ (Αχλαδομηλιά), Λειβάδιστα (Λιβαδάκι), Λακάβιστα (Μικροκλεισούρα), Μπούτιμ (Κριθαρά), Ιστράνε (Πέρασμα) και Λόσνα (Κρεμαστά). Με το Β.Δ. της 23-1-1920 (ΦΕΚ Α’ 42) προσαρτήθηκε στην Κοινότητα και ο οικισμός Ρακίστα (Κατάχλωρο). Με το Δ. της 1-4-1927 (ΦΕΚ Α’ 76) το Τσερέσοβο μετονομάστηκε σε Παγονέρι, ενώ με το Δ. της 17-8-1936 (ΦΕΚ Α’ 376) οι παραπάνω οικισμοί αποσπάστηκαν. Η νέα ονομασία ίσως οφείλεται στις δύο βρύσες του χωριού που έχουν παγωμένο νερό. Στην μία από αυτές, υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με ημερομηνία 27 Ιουλίου 1870 και τα ονόματα των προυχόντων, κτιστών και δωρητών.
Το χωριό είναι χαρακτηρισμένο ως «παραδοσιακός οικισμός» από το 1983, λόγω της αρχιτεκτονικής των κτιρίων που διασώζονται. Οι κάτοικοί του στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι γηγενείς. Οι πρώτοι κάτοικοι ήταν καταδιωκόμενοι από τους Τούρκους, Έλληνες από την Ήπειρο, γι’ αυτό και τα περισσότερα επίθετα είναι δισύλλαβα. Άριστοι τεχνίτες, έκτισαν με πέτρα τα σπίτια τους αλλά και τα δρομάκια του χωριού (καλντερίμια). Τα περισσότερα σπίτια είναι διώροφα που έχουν επαφή μεταξύ τους. Είχαν μπροστά μεγάλη αυλή για τα ζώα, ενώ διέθεταν «σαχνισί». Το χωριό δέχθηκε επίσης κατοίκους τα επόμενα χρόνια και από την Ανατολική Θράκη.
Στο κέντρο του χωριού είναι κτισμένος ναός, σε τρίκλητη ξυλόστεγη βασιλική, με γυναικωνίτη (διαστάσεων 19,30 x 12,50μ.), αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου, κτισμένη το 1835, σύμφωνα με επιγραφή. Υπάρχουν όμως εικόνες του 1812. Διαθέτει πυργοειδές επιβλητικό καμπαναριό από λαξευμένο γρανίτη που χρονολογείται από το 1881 όπως αναγράφεται σε θωράκιο του τρίτου ορόφου. Στις καμπάνες αναγράφεται η χρονολογία 1832 και σύμφωνα με μαρτυρίες των παλιών, κατασκευάστηκε σε χυτήριο που στήθηκε σε παρακείμενο σπίτι, από χάλκινα και χρυσά αντικείμενα που συγκεντρώθηκαν από έρανο των κατοίκων. Στον τρίτιο όροφο του καμπαναριού, κατασκευάστηκε μηχανισμός εκκρεμούς ρολογιού που λειτουργούσε μέχρι πρόσφατα. Προφυλάσσονταν από καλαίσθητο ξύλινο κουβούκλιο που σήμερα δεν υπάρχει. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια ο ναός έχει υποστεί εκτεταμένες αλλοιώσεις λόγω της φθοράς του χρόνου αλλά και της άγνοιας των ανθρώπων που κάλυψαν με σοβά την πέτρα εξωτερικά αλλά και τοιχογραφίες εσωτερικά, καθώς και το πλακόστρωτο δάπεδο με μωσαϊκό. Επίσης, καταστράφηκε το δικτυωτό ξύλινο επίπλωμα του γυναικωνίτη. Από τον αρχικό ναό, σώζονται ο Παντοκράτορας μέσα σε 8φυλλο ανθέμιο στο κεντρικό κλίτος, οι οροφές, ο δεσποτικός θρόνος, ο άμβωνας και η πύλη του λιθόκτιστου περίβολου.
Δίπλα στην εκκλησία, ορθώνονταν επιβλητικά μέχρι το 1979 το πετρόκτιστο Δημοτικό Σχολείο Παγονερίου που φέρεται να λειτουργούσε από το 1861.
Κατά τον Μακεδονικό Αγώνα, πλήθος αναφορών υπάρχουν για τους αγώνες των κατοίκων του Παγονερίου. Ηγετικά στελέχη των Επιτροπών Αμύνης κατά τον Μακεδονικό Αγώνα ήταν οι: Ιωάννης Δημητριάδης, Γ. Μόνιος και Βασίλειος Παπαοικονόμου. Σ’ εκθέσεις των Μητροπολιτών Νευροκοπίου Νικοδήμου και Θεοδωρήτου αλλά και της Δράμας Χρυσόστομος, το Παγονέρι χαρακτηρίζεται ως «…Πατριαρχική όασις εν τη σχηματική ερήμω..». Μακεδονομάχοι ήρωες αναφέρονται ο Δημήτριος Πέντσας στο σώμα του Κων/νου Νταή (καπετάν Τσάρα) και ο Αθανάσιος Βλάχος (Μόνιος) που υπηρέτησε στο ένοπλο σώμα του καπετάν Δούκα Δούκα. Ο δεύτερος σκοτώθηκε από Βούλγαρους κατά τους βαλκανικούς πολέμους και το κεφάλι του μεταφέρθηκε στη Βουλγαρία ως τρόπαιο γιατί ήταν επικηρυγμένος λόγω της δράσης του κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα. Σημαντικότεροι Μακεδονομάχοι ήταν οι: Δημήτριος Πέντσας, Πέτρος Σίμος κ.α.
Κατά τη δεύτερη βουλγαρική κατοχή (1916-18) οι κάτοικοι του Παγονερίου υπέστησαν πολλά δεινά όπως ομηρίες, προσπάθειες αφελληνισμού και δολοφονίες. Τα δεινά αυτά αποτυπώθηκαν σ’ ένα δημοτικό τραγούδι με τίτλο «Το 1917». Κατά την τρίτη βουλγαρική κατοχή (1941-44) ήταν επίσης σκληρή, με ομηρίες, βιασμούς, κάψιμο σπιτιών, πλιάτσικο κτλ.
Το Παγονέρι η κύρια ασχολία των κατοίκων του είναι η κτηνοτροφία και οι οικοδομικές εργασίες. Λόγω της ορεινής και άγονης περιοχής, τα χωράφια και οι καλλιέργειες είναι περιορισμένες. Γι’ αυτό και μεγάλος αριθμός κατοίκων του, ξενιτεύτηκε σε διάφορες πόλεις και χωριά τόσο της Ελλάδας όσο και στο εξωτερικό. Επίσης, πολλοί κάτοικοι μετανάστευαν εποχικά, από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο, για να εργαστούν σε διάφορες γεωργικές ή οικοδομικές εργασίες και επέστρεφαν στο Παγονέρι το χειμώνα.