ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ
Φορεσιά |
ΑΝΔΡΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ
Τραγιάσκα, τσόχινο καπέλο με γείσο. Εξάρτημα της ανδρικής φορεσιάς του Ξηροποτάμου.
Ρίζα, ανδρικό, πουκάμισο από άσπρο υφαντό βαμβακερό ύφασμα (πλάτνου). Αποτελείται από το κυρίως φύλλο που είναι ενιαίο μπρος - πίσω χωρίς ραφή στους ώμους. Κάθετα στον κορμό είναι ραμμένα τα μανίκια, χωρίς μανσέτες, από δύο φύλα υφάσματος ένα εκ των οποίων στις άκρες φέρει μπλε ρίγες στην ύφανση και ενώνετε με το δεύτερο μπρος και πίσω χαμηλά για να δώσει φάρδος στο μανίκι. Κάτω από τις μασχάλες στα πλαϊνά του πουκαμίσου μπαίνει από ένα φύλο υφάσματος εκατέρωθεν και ενώνουν το μπρος με το πίσω φύλο, αυτό γίνεται λόγο του φάρδους του υφαντού υφάσματος. Στην κυκλική λαιμόκοψη, στενή λωρίδα υφαντού δημιουργεί όρθιο γιακαδάκι. Το κατακόρυφο άνοιγμα του στέρνου κλείνει με ένα ή δύο άσπρα κοκάλινα ή πλαστικά κουμπιά που βρίσκονται στη δεξιά πλευρά και εφαρμόζουν σε ισάριθμες κουμπότρυπες της αριστερής.
Ρίζα, ανδρικό, γιορτινό πουκάμισο από ημίλευκο υφαντό στον αργαλειό με μπλε ρίγα στην ύφανση (νεώτερου τύπου). Αποτελείται από ένα φύλλο πίσω και δύο μπρος με ραφή στα πλευρά και τους ώμους. Στο πίσω μέρος, ένα τραπεζιόσχημο κομμάτι υφάσματος δημιουργεί την ωμοπλάτη και ενώνει το μπροστινό με το πίσω τμήμα του ενιαίου φύλλου. Το πίσω φύλλο στο μέσο της ένωσής του με το κομμάτι αυτό δημιουργεί κουφόπιετα για να δώσει φάρδος. Τα δύο εμπρός φύλα ενώνονται με κουμπιά με ισάριθμες κουμπότρυπες. Η λαιμόκοψη είναι πουκάμισου σημερινής μορφής. Κάθετα στον κορμό είναι ραμμένα τα μανίκια με μανσέτα στην κατάληξη. Στο τελείωμά τους φέρουν κατακόρυφο άνοιγμα, που κλείνει με λευκό κουμπί ραμμένο στη μανσέτα.
Ιλέκ, ανδρικό γιλέκο από μαύρη χοντρή τσόχα. Εξάρτημα της αντρικής χειμερινής, γιορτινής και γαμπριάτικης φορεσιάς. Αποτελείται από ένα φύλλο μπροστά, κομμένο κατακόρυφα στη μέση, με λαιμόκοψη, και ένα φύλλο στην πλάτη. Αυτά ενώνονται στο πλάι, και στους ώμους με ραφή. Όλες οι ραφές και τα ανοίγματα είναι γαρνιρισμένα με μια σειρά μαύρο, μάλλινο γαϊτάνι. Δεξιά στο ύψος του στήθους υπάρχει άνοιγμα οριζόντιο, γαρνιρισμένο με μια σειρά γαϊτάνι, που δημιουργεί εσωτερική τσέπη από σκούρο βαμβακερό ύφασμα. Επιπλέον στο αριστερό φύλλο υπάρχει ραμμένο ορθογώνιο μακρόστενο κομμάτι τσόχας εσωτερικά, έτσι ώστε να καλύπτει τα τυχόν κενά στο κούμπωμα του γιλέκου με τις κόπιτσες. Δυο σειρές γαϊτανιών γαρνίρουν κάθετα τα δύο μπροστινά φύλλα ενώ μια τρίτη συστρέφεται σχηματίζοντας θηλιές, άλλες δυο σειρές γαϊτάνι, δημιουργούν κάθετα ορθογώνια παραλληλόγραμμα και στα δύο φύλλα. Στη λαιμόκοψη, λεπτή λωρίδα τσόχας δημιουργεί όρθιο γιακά, ο οποίος γαρνίρετε ολόγυρα με δυο σειρές μάλλινο γαϊτάνι.
Πλάτνινου ιλέκ, ανδρικό γιλέκο από σκούρο μπλε υφαντό, στον αργαλειό, ύφασμα. Εξάρτημα της αντρικής θερινής καθημερινής φορεσιάς των αντρών του Ξηροποτάμου. Υφαίνονταν ημίλευκο και βάφονταν έπειτα σκούρο μπλε, από τις γυναίκες. Αποτελείται από ένα φύλλο μπροστά, κομμένο κατακόρυφα στη μέση, με λαιμόκοψη, και ένα φύλλο στην πλάτη. Αυτά ενώνονται στο πλάι, και στους ώμους με ραφή. Όλες οι ραφές και τα ανοίγματα είναι γαρνιρισμένα με μια σειρά μαύρο, μάλλινο γαϊτάνι. Δεξιά στο ύψος του στήθους υπάρχει άνοιγμα οριζόντιο, γαρνιρισμένο με μια σειρά γαϊτάνι, που δημιουργεί εσωτερική τσέπη από σκούρο βαμβακερό ύφασμα. Επιπλέον στο αριστερό φύλλο υπάρχει ραμμένο ορθογώνιο μακρόστενο κομμάτι υφάσματος, εσωτερικά, έτσι ώστε να καλύπτει τα τυχόν κενά στο κούμπωμα του γιλέκου με τις κόπιτσες. Δυο σειρές γαϊτανιών γαρνίρουν κάθετα τα δύο μπροστινά φύλλα ενώ μια τρίτη συστρέφεται σχηματίζοντας θηλιές, άλλες δυο σειρές γαϊτάνι δημιουργούν κάθετα ορθογώνια παραλληλόγραμμα και στα δύο φύλλα. Στη λαιμόκοψη, λεπτή λωρίδα βαμβακερού υφάσματος δημιουργεί όρθιο γιακά, ο οποίος γαρνίρετε ολόγυρα με δυο σειρές μάλλινο γαϊτάνι.
Κιστέκ, ασημένια διπλή συρμάτινη ή με κρίκους χειροποίητη αλυσίδα. Εξάρτημα του άντρα στον Ξηροπόταμο. Φοριέται στο λαιμό και καταλήγουν οι άκρες της σε σουγιά, ο οποίος μπαίνει στην εσωτερική τσέπη του γιλέκου. Στη μέση της διπλής αλυσίδας υπάρχει ασημένιο κόσμημα που ρυθμίζει το ανοιγοκλείσιμο της αλυσίδας.
Κουπαράν, μανικωτό τσόχινο ζακέτο σε μαύρο ή σκούρο μπλε χρώμα, βασικό εξάρτημα της αντρικής γιορτινής φορεσιάς του Ξηροποτάμου. Αποτελείται από ένα μονοκόμματο φύλλο πίσω που σχηματίζει την πλάτη και δύο μπροστινά με ραφές στους ώμους. Το φύλλο της πλάτης με τα μπροστινά ενώνεται με δύο πλαϊνά κομμάτια κάτω από τη μασχάλη. Είναι κατακόρυφα ανοιχτό μπροστά, με ημικυκλικά κομμένες τις κάτω γωνίες. Κάθετα στον κορμό είναι ραμμένα τα μανίκια από ένα φύλλο υφάσματος. Στο τελείωμά τους υπάρχει άνοιγμα 6εκ. και είναι γαϊτανωμένα με δυο σειρές μαύρο μάλλινο γαϊτάνι. Στον καρπό εξωτερικά δημιουργεί σχέδιο "σαΐτας" με τέσσερις σειρές γαϊτάνι στον κορμό και από τρεις στο άνοιγμα της σαΐτας. Μπροστά και περιμετρικά τρεις σειρές γαϊτάνι διακοσμεί το κουπαράν. Τέλος τη λαιμουδιά γαρνίρει άλλη μια σειρά σε απόσταση 2 εκ. από τις προηγούμενες.
Πατούρι, αντρική βράκα από μαύρη τσόχα. Εξάρτημα της αντρικής χειμερινής, γιορτινής και γαμπριάτικης φορεσιάς. Αποτελείται από δύο πλαϊνά και μακρύτερα από τα άλλα φύλλα, που σχηματίζουν τα ανοίγματα για τα πόδια, και από δυο στενές τραπεζιόσχημες λωρίδες , μπρος και πίσω, για να δώσουν φάρδος στο ρούχο και ενώνουν τα πλαϊνά φύλλα. Στα δυο πλαϊνά έχει κάθετα ανοίγματα στη μέση τον φύλλων 20 εκ. με εσωτερική επένδυση μαύρου βαμβακερού υφάσματος για τσέπες. Στο πάνω μέρος ο περίγυρος του ρούχου διπλώνει στα 6 εκ. και δημιουργεί σωλήνα, για να μπαίνει η ζώνη και να σταθεροποιείτε το πατούρι στη μέση, με δυο ανοίγματα, μπρος, πίσω. Το άνοιγμα στις τσέπες είναι γαρνιρισμένο με τρεις σειρές μαύρο μάλλινο γαϊτάνι ενώ μια τέταρτη δημιουργεί στο κάτω μέρος του ανοίγματος σαλιγκάρι και ζιγκ-ζαγκ. Τέλος τα ανοίγματα των ποδιών είναι διακοσμημένα και αυτά με τρεις σειρές μάλλινο γαϊτάνι.
Σαλβάρι, αντρική βράκα από σκούρο μπλε βαμβακερό υφαντό ύφασμα στον αργαλειό (πλάτνου). Υφαίνονταν ημίλευκο και βάφονταν σκούρο μπλε έπειτα, από της γυναίκες. Εξάρτημα της αντρικής θερινής καθημερινής φορεσιάς των αντρών του Ξηροποτάμου. Αποτελείται από δύο πλαϊνά και μακρύτερα από τα άλλα φύλλα, που σχηματίζουν τα ανοίγματα των ποδιών και από δυο στενές τραπεζιόσχημες λωρίδες , μπρος και πίσω, για να δώσουν φάρδος στο ρούχο και ενώνουν τα πλαϊνά φύλλα. Στα δυο πλαϊνά έχει κάθετα ανοίγματα στη μέση τον φύλλων 20 εκ. με εσωτερική επένδυση μπλε βαμβακερού υφάσματος για τσέπες. Στο πάνω μέρος ο περίγυρος του ρούχου διπλώνει στα 6 εκ. και δημιουργεί σωλήνα για να μπαίνει η ζώνη και να σταθεροποιείτε το σαλβάρι στη μέση με δυο ανοίγματα, μπρος, πίσω. Το άνοιγμα στις τσέπες είναι γαρνιρισμένο με τρεις σειρές μαύρο μάλλινο γαϊτάνι ενώ μια τέταρτη δημιουργεί στο κάτω μέρος του ανοίγματος σαλιγκάρι και ζιγκ-ζαγκ. Τέλος τα ανοίγματα των ποδιών είναι διακοσμημένα και αυτά με τρεις σειρές μάλλινο γαϊτάνι.
Ντίμιτνι πόες, μάλλινο δίμιτο, μαύρο ζωνάρι, εξάρτημα της ανδρικής καθημερινής, γιορτινής ενδυμασίας του Ξηροποτάμου. Έχει μήκος 3-4 μετρά και το συναντούμε με κρόσσια και χωρίς κρόσσια στα τελειώματα.
Πόες, τσόχινο ζωνάρι εξάρτημα της ανδρικής καθημερινής και γιορτινής ενδυμασίας. Το μήκος του φτάνει τα 3 μετρά.
Σιάρενι τσουράπε (παρδαλά τσουράπια), ζεύγος μαύρων πλεχτών καλτσών από μάλλινα νήματα, πλεγμένα με τέσσερις λεπτές βελόνες του πλεξίματος με τεχνική κάλτσας. Είναι εξάρτημα της γιορτινής φορεσιάς των ανδρών του Ξηροποτάμου. Αποτελούνται από ένα ενιαίο φύλλο. Λίγο πριν το τέλος της κάλτσας, στο πίσω μέρος, ξεκινά ο κορμός της έτσι, ώστε να σχηματίζεται φτέρνα. Ο κορμός, αρχικού πλάτους όσο και η πατούσα, σταδιακά φαρδαίνει και φτάνει λίγο κάτω από το γόνατο. Συνήθως, στο άνοιγμα κάθε κάλτσας υπάρχει λεπτό, πλεχτό κορδόνι για να στερεώνεται η κάλτσα στη γάμπα. Ο κορμός των καλτσών είναι διακοσμημένος με μπορντούρα κάθετη (καρίκι) σε σχέδιο βουστροφηδόν (ζιγκ-ζαγκ) από τον αστράγαλο έως και 10 εκ. πριν το τελείωμά της όπου διακόπτεται από οριζόντιο πλεχτό σχέδιο και πολύχρωμο μοτίβο συνήθως τριαντάφυλλου σε χρώματα, μωβ, πορτοκαλί, μπλε, λαδοπράσινο, κίτρινο και βυσσινί. Το "καρίκι" το συναντάμε σε διάφορα χρώματα (πράσινο, κόκκινο, κίτρινο, άσπρο),συνήθως άσπρο. Το πάνω μέρος του ποδιού (κου ντε πιε) διακοσμούν δύο λουρίδες (καρίκια) με σχέδιο όμοιο με το κάθετο σχέδιο του πλαϊνού του κορμού (ζιγκ-ζαγκ) και στο ίδιο χρώμα.
Τα τσουράπια στις καθημερινές δραστηριότητες των ανδρών του Ξηροποτάμου ήταν μονόχρωμα μαύρα, σκούρο μπλε ή άσπρα με πλεχτή μπορντούρα στο τελείωμά τους.
Νάουε, ημίλευκα άσπρα τσόχινα ποδοπάνια. Εξάρτημα της ανδρικής καθημερινής φορεσιάς. Αποτελούνται από ένα κομμάτι τσόχας, σε σχήμα ορθογώνιου παραλληλόγραμμου, γαρνιρισμένο με μαύρο μάλλινο γαϊτάνι και ένα που κάλυπτε το πάνω μέρος του ποδιού (κου ντε πιε), γαϊτανωμένο και αυτό όπως και οι ραφές των ενώσεων των δυο κομματιών. Έκλειναν και αγκάλιζαν τι γάμπα με κόπιτσες.
Τερλίτσι, τερλίκια από μάλλινα νήματα, πλεγμένα με τέσσερις λεπτές βελόνες του πλεξίματος με τεχνική κάλτσας. Είναι εξάρτημα της γυναικείας και ανδρικής φορεσιάς των κατοίκων του Ξηροποτάμου. Τα ανοίγματα των τερλικιών στο πάνω μέρος είναι ως συνήθως διακοσμημένα με δαντέλα από άλλο χρώμα μάλλινου νήματος. Ο κορμός της πατούσας του ποδιού είναι πλεγμένος με την απλή πλέξη της κάλτσας και στη φτέρνα αλλάζει σε κάθετο σχέδιο πλέξης. Τα χρώματα που συναντούμε ως συνήθως είναι σκούρα στα αντρικά (μαύρο, σκούρο μπλε, καφέ και σκούρο κυπαρισσί), και ανοιχτόχρωμα και έντονα στα γυναικεία (άσπρο, πορτοκαλί, κόκκινο, μπεζ κ.τ.λ.).
Τσιρβούλε, ζεύγος δερμάτινων χοιρινών παπουτσιών. Εξάρτημα της αντρικής φορεσιάς . Τα έφτιαχναν οι ίδιοι οι άντρες όταν σφάζανε το γουρούνι, που κάθε οικογένεια έκτρεφε στο σπίτι. Επεξεργάζονταν το δέρμα, κατασκεύαζαν και στη συνεχεία έθαβαν τα τσιρβούλε στο χώμα μήνες για να μαλακώσει το δέρμα. Αποτελείται από το πέλμα το οποίο στρέφετε προς τον κυρίως κορμό του ποδιού, ολόγυρα κάμνανε τρύπες στο δέρμα για να περάσει ένα δερμάτινο κορδόνι το οποίο δένονταν έως τι γάμπα για να στερεώσει το Τσιρβούλε. Μπροστά στα δάχτυλα του ποδιού έκλινε το δέρμα και ραβόταν σχηματίζοντας τη μύτη.
ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΦΟΡΕΣΙΑ
Μπρόζενα πισκιουλία σεμία, γυναικείο μαντίλι κεφαλής από βυσσινί μάλλινο ύφασμα με κροσσωτές απολήξεις , εξάρτημα του γυναικείου Ξηροποταμίτικου κεφαλοκαλύμματος. Είναι διακοσμημένο με σταμπωτά ή κεντητά φυτικά μοτίβα, κλαδιά, φύλα, λουλούδια ή κυματιστές γραμμές, καμωμένες με βελονιά αλυσίδα. Ολόγυρα έχει δικτυωτό πλέγμα καμωμένο από σκούρες βυσσινί μεταξοκλωστές, που σχηματίζει τρίγωνα και απολήγει σε μακριά κρόσσια το οποίο το έφτιαχναν οι ίδιες οι γυναίκες.
Νιβιάστινσκα σεμία, μαντίλι από λευκό, αραχνοΰφαντο ύφασμα, εξάρτημα του γυναικείου νυφικού Ξηροποταμίτικου κεφαλοκαλύμματος. Η διακόσμησή του είναι λιτή. Ολόγυρα, είναι διακοσμημένο με μεταξωτή πολύ μικρή πιπίλα, και Πάνο από αυτή δαντέλα με πούλιες. Στο γάμο μπαίνουν και τρεις χρυσοκλωστές στο μέτωπο.
Σεμία, γυναικείο μαντίλι βυσσινί, μοβ ή μαύρο βαμβακερό αραχνοΰφαντο ή μεταξωτό ύφασμα, εξάρτημα του γυναικείου Ξηροποταμίτικου κεφαλοκαλύμματος, συνήθως φερμένο από εμπόρους. Είναι διακοσμημένο με σταμπωτά φυτικά μοτίβα, κλαδιά φύλλα και λουλούδια σε αποχρώσεις του μαύρου και κίτρινου και ολόγυρα, με μεταξωτή πολύ μικρή πιπίλα.. Τα σχέδια τα χρώματα και ο κεφαλόδεσμος ήταν συνυφασμένος με τη στιγμή και το γεγονός. Το μαύρο, τετράγωνο, βαμβακερό μαντίλι κεφαλής η μεσήλικη γυναίκα το δένει γύρο από το πρόσωπο, καλύπτοντας όλο το κεφάλι.
Σερβέτα, γυναικείο μαντίλι από κόκκινο βαμβακερό ύφασμα, εξάρτημα του γυναικείου Ξηροποταμίτικου νυφικού και γιορτινού κεφαλοκαλύμματος, συνήθως φερμένο από εμπόρους από την Κέρκυρα ή την Ιταλία . Είναι διακοσμημένο με σταμπωτά φυτικά μοτίβα, κλαδιά, λουλούδια και φύλλα . Ολόγυρα, μεγαλύτερα μοτίβα και εσωτερικά μικρότερα λουλούδια. Στην απόληξη είναι διακοσμημένο με μεταξωτή πολύ μικρή πιπίλα και γύρω από αυτή, δαντέλα σε διάφορα χρώματα με πούλιες. Την πιπίλα και την δαντέλα την έπλεκαν οι ίδιες οι γυναίκες.
Τσεμπέρι-τουλπάνι, μαντίλι από λευκό, αραχνοΰφαντο βαμβακερό ύφασμα, εξάρτημα του γυναικείου Ξηροποταμίτικου κεφαλοκαλύμματος. Συνήθως δεν έχει διακόσμηση γιατί είναι μαντίλι που φοριόταν στις αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες το καλοκαίρι από γυναίκες και άντρες. Ολόγυρα, είναι διακοσμημένο με μεταξωτή πολύ μικρή πιπίλα.
Πλίτκες (πλεξούδες), Στον Ξηροπόταμο οι κοπέλες σε νεαρή ηλικία όταν κόβανε τα μαλλιά τους τα κρατούσαν και φτιάχνανε με αυτά πλεξούδες τις οποίες πλέκανε με το μαλλί τους και τα σάρκοι σε μεγαλύτερη ηλικία ως προέκταση του.
Σάρκοι, ζευγάρι μαύρου μάλλινου κορδονιού που το φορούσαν οι γυναίκες μαζί με τις πλίτκες (πλεξούδες) και τα σεσλούκια.Μαύρα μάλλινα κορδόνια τα οποία στην κατάληξή τους γαρνίρονται με πολύχρωμες φούντες από μάλλινο νήμα σε χρώματα μπλε κίτρινο πράσινο βυσσινή πορτοκαλί χρυσαφί και μαύρο. Το κορδόνι πλεκόταν μαζί με το μαλλί ενώ η φούντα προεξείχε.
Σεσλούκια, ζεύγος χειροποίητης ασημένιας ή μεταλλικής ασημωμένης αλυσίδας.
Αλυσίδα γαρνιρισμένη με φλουριά σε ίσα διαστήματα που καταλήγει σε τρείς αλυσίδες στο τελείωμα της διακοσμημένες με φλουριά και ασημένια κοσμήματα. Φοριόταν από τις γυναίκες μαζί με τις πλίτκες και τα σάρκοι πάνω στο μαλλί τους και έκρεμαν χαμηλότερα από αυτά.
Εσώρουχο - Φανέλα, άσπρο βαμβακερό υφαντό(πλάτνου) με κάθετες μπλε, ρίγες στην ύφανση στο πλάι . Αποτελείται από δύο ίσα φύλλα, μπρος και πίσω. Αποτελείται από ένα ίσιο, μονοκόμματο φύλλο βαμβακερού υφάσματος (πλάτνου) μπρος - πίσω, με ραφή στους ώμους, και από δύο μισά φύλλα σε κάθε πλάι, από τη μασχάλη και κάτω, κάθετα ραμμένα μεταξύ τους, που δίνουν φάρδος στο πουκάμισο .Έχει λαιμόκοψη, ρελιασμένη από υφαντό και κατακόρυφο άνοιγμα μπροστά , ύψους 35εκ. Τα μανίκια είναι κοντά, μήκους 20εκ. είναι ραμμένα από ένα φύλλο βαμβακερού υφάσματος (πλάτνου), με τη ραφή στην εσωτερική πλευρά.
Ρίζα, γυναικείο, λευκό πουκάμισο, υφαντό στον αργαλειό από τις γυναίκες. Αποτελείται από ένα ίσιο, μονοκόμματο φύλλο βαμβακερού υφάσματος (πλάτνου) μπρος - πίσω, με ραφή στους ώμους, και από δύο μισά φύλλα σε κάθε πλάι, από τη μασχάλη και κάτω, κάθετα ραμμένα μεταξύ τους, που δίνουν φάρδος στο πουκάμισο .Έχει λαιμόκοψη, ρελιασμένη από υφαντό και κατακόρυφο άνοιγμα μπροστά , ύψους 35εκ. Τα μανίκια , μήκους 45 εκ. είναι ραμμένα από ένα φύλλο βαμβακερού υφάσματος (πλάτνου), με τη ραφή στην εσωτερική πλευρά .Στο ποδόγυρο είναι ραμμένες δύο σειρές μεταξωτό ή μάλλινο μαύρο , βυσσινί ή κυπαρισσί γαϊτάνι. Από την αρχή των πλαϊνών έως και το πίσω φύλλο και το επόμενο μπρος πλαϊνό, ακολουθεί μια σειρά γαϊτάνι ακόμη. Στην ίδια έκταση, υπάρχουν κεντητά ή υφαντά μοτίβα, με μεταξωτές κλωστές , σε χρώματα κίτρινο, καφέ, πράσινο , μπλε και βυσσινί που εναλλάσσονται. Στο μπροστινό φύλλο, αντί για τα μοτίβα, υπάρχουν μεμονωμένα ρομβόσχηματα και τριγωνικά μοτίβα σε κάποιο από τα χρώματα που έχουν χρησιμοποιηθεί στο κέντημα του μοτίβου. Τέλος, οι ενώσεις του πίσω φύλλου με τα πλαϊνά είναι διακοσμημένες με κέντημα από μεταξωτές κλωστές στα ίδια χρώματα, που εναλλάσσονται σχηματίζοντας κάθετα φυτικά μοτίβα, ύψους 20εκ..
Πλάτνινα σαέ, γυναικείος, αμάνικος επενδύτης από μπλε βαμβακερό, υφαντό στον αργαλειό. Αποτελεί ρούχο της θερινής γυναικείας φορεσιάς. Αποτελείται από ένα ίσιο φύλλο πίσω, και δύο μπροστά, με ραφή στους ώμους, και από ένα λοξό, τριγωνικό τμήμα , από τη μασχάλη και κάτω. Τέλος, τριγωνικό τμήμα, που ξεκινά από το στέρνο, υπάρχει και σε κάθε πλευρά του μπροστινού ανοίγματος. Στη δεξιά πλευρά, στο ύψος της μέσης, υπάρχει κατακόρυφο άνοιγμα, , που οδηγεί σε εσωτερική τσέπη από λευκό βαμβακερό υφαντό. Το άνοιγμα των χεριών, η κυκλική λαιμόκοψη και το κατακόρυφο μπροστινό άνοιγμα έως τη μέση είναι γαρνιρισμένα με μαύρο μάλλινο γαϊτάνι (μονή σειρά στο πρώτο, διπλή σειρά στα υπόλοιπα). Μάλιστα, στο ύψος του στέρνου το εξωτερικό γαϊτάνι συστρέφεται σχηματίζοντας "στάμνες" (στόμνι). Στο στέρνο παράλληλα, κατακόρυφα επίρραπτη μαύρη βαμβακερή κορδέλα στερεωμένη με απλές βελονιές σε χρώματα λευκό και κίτρινο, ακολουθεί κεντητή ταινία σε σχήμα ορθογώνιου παραλληλογράμμου κάθετα, με βελονιές κασινάκι, σταυροβελονιά διπλή και μονή και ψαροκόκαλο, σε χρώματα κίτρινο, βυσσινί, μπλε, πράσινο και λευκό, που εναλλάσσονται και συνδυάζονται κατάλληλα. Τέλος, ο γύρος του επενδύτη είναι γαρνιρισμένος με δυο σειρές μαύρο 'ή βυσσινί μάλλινο ή μεταξωτό γαϊτάνι και διακοσμημένος με μια οριζόντια ρίγα κεντημένη με βελονιά κασινάκι σε χρώματα λευκό και βυσσινί πλαισιωμένη από δύο κίτρινες γραμμώσεις καμωμένες με απλές περαστές βελονιές.
Σμίλιανσκα σαέ (Τσόχινη σαέ), γυναικείος, αμάνικος επενδύτης από μαύρη αγοραστή τσόχα. Αποτελεί ρούχο της ανοιξιάτικης γυναικείας φορεσιάς. Αποτελείται από ένα ίσιο φύλλο πίσω, και δύο μπροστά, με ραφή στους ώμους, και από ένα λοξό, τριγωνικό τμήμα , από τη μασχάλη και κάτω. Τέλος, τριγωνικό τμήμα, που ξεκινά από το στέρνο, υπάρχει και σε κάθε πλευρά του μπροστινού ανοίγματος. Στη δεξιά πλευρά, στο ύψος της μέσης, υπάρχει κατακόρυφο άνοιγμα, , που οδηγεί σε εσωτερική τσέπη από λευκό βαμβακερό υφαντό. Το άνοιγμα των χεριών, η κυκλική λαιμόκοψη και το κατακόρυφο μπροστινό άνοιγμα έως τη μέση είναι γαρνιρισμένα με μαύρο μάλλινο γαϊτάνι (μονή σειρά στο πρώτο, διπλή σειρά στα υπόλοιπα). Μάλιστα, στο ύψος του στέρνου το εξωτερικό γαϊτάνι συστρέφεται σχηματίζοντας "στάμνες". Στο στέρνο παράλληλα με αυτές, ακολουθεί κεντητή ταινία σε σχήμα ορθογώνιου παραλληλογράμμου κάθετα, σε χρώματα κίτρινο, βυσσινί, μπλε, πράσινο και λευκό, που εναλλάσσονται και συνδυάζονται κατάλληλα. Τέλος, ο γύρος του επενδύτη είναι γαρνιρισμένος με δυο σειρές μαύρο μάλλινο ή μεταξωτό γαϊτάνι και διακοσμημένος με μια σειρά χρυσό γαϊτάνι και μια ακόμη με σιρίτι βουστροφηδόν.
Αντερία ή Αντερί, γυναικείος, γιορτινός, επενδύτης από αγοραστό, ριγωτό, μεταξοβάμβακο ύφασμα, που κατασκευάζεται από ειδική τεχνίτρια, την αντερία ή από ράφτη. Αποτελείται από ένα μονοκόμματο, ίσιο φύλλο υφάσματος μπρος - πίσω, χωρίς ραφή στους ώμους και από τρία τριγωνικά, λοξά, σε κάθε πλευρά (δύο στο πλάι, από τη μέση και κάτω και ένα μπροστά). Τα μανίκια είναι ραμμένα με τρόπο τέτοιο, που το αρχικό τους φάρδος στους ώμους είναι μεγαλύτερο και σταδιακά μειώνεται. Η ρίγες του υφάσματος στα μανίκια είναι οριζόντιες ενώ στον κορμό κάθετες. Στη μασχάλη, πρόσθετο τριγωνικό τμήμα υφάσματος δίνει άνεση στις κινήσεις. Στο ύψος της μέσης στο πλάι υπάρχει εσωτερική τσέπη. Η αντερία είναι ενισχυμένη εσωτερικά σύμφωνα με την τεχνική "ματλασέ" με βαμβάκι και φοδραρισμένη με μπεζ βαμβακερό υφαντό (πλάτνου), εκτός από τα τελευταία 10εκ. των μανικιών, όπου διακόπτεται και η ενίσχυση, που είναι φοδραρισμένα με βυσσινί-άσπρο, μπλε-άσπρο, κίτρινο-μπλε ή κιτρινόμαυρο μεταξοβάμβακο ριγέ ύφασμα.Το τελείωμα των μανικιών είναι διακοσμημένο με γαζιά και δυο σειρές γαϊτάνι. Το ρούχο ολόγυρα γαρνιρισμένο με δύο σειρές μάλλινο ή μεταξωτό γαϊτάνι σε χρώματα ανάλογα με τα χρώματα του υφάσματος(μπλε, μαύρο, πράσινο βυσσινί) . Μάλιστα, στο ύψος του στέρνου και στο γύρο των μανικιών, η εξωτερική σειρά γαϊτάνι συστρέφεται σχηματίζοντας "στάμνες". Παράλληλα με αυτές, στο στέρνο είναι ραμμένη μαύρη κορδέλα. Ο γύρος της αντερίας, που στην ένωση των πλαϊνών λοξών φύλλων έχει μικρό κατακόρυφο άνοιγμα. Τέλος διακόσμηση αποτελούν και τα κατακόρυφα, πυκνά, παράλληλα γαζιά .
Ρακάβε, μανικωτό ζακέτο από άσπρο υφαντό ή σκούρο μπλε ριγέ βαμβακερό ύφασμα στο κορμό και μεταξοβάμβακο ύφασμα στα μανίκια σε βυσσινί ριγέ με άσπρο και κίτρινο ή βυσσινί με άσπρο. Βασικό εξάρτημα της γυναικείας χειμερινής φορεσιάς του Ξηροποτάμου. Φοριέται κάτω από το Κλασνίκ. Αποτελείται από ένα μονοκόμματο φύλλο πίσω που σχηματίζει την πλάτη και δύο μπροστινά με ραφές στους ώμους. Το φύλλο της πλάτης με τα μπροστινά ενώνεται με δύο πλαϊνά τριγωνικά κομμάτια κάτω από τη μασχάλη. Είναι κατακόρυφα ανοιχτό μπροστά. Κάθετα στον κορμό είναι ραμμένα τα μανίκια από ένα φύλλο υφάσματος από αγοραστό, ριγωτό, μεταξοβάμβακο ύφασμα. Στο τελείωμά τους είναι γαϊτανωμένα με μαύρο, πράσινο ή βυσσινί μεταξωτό γαϊτάνι. Τα μανίκια είναι ραμμένα με τρόπο τέτοιο, που το αρχικό τους φάρδος στους ώμους είναι μεγαλύτερο και σταδιακά μειώνεται. Η ρίγες του υφάσματος στα μανίκια είναι οριζόντιες, είναι ενισχυμένα εσωτερικά σύμφωνα με την τεχνική "ματλασέ" με βαμβάκι και φοδραρισμένη με μπεζ βαμβακερό υφαντό (πλάτνου), εκτός από τα τελευταία 10εκ. των μανικιών, όπου διακόπτεται και η ενίσχυση, που είναι φοδραρισμένα με βυσσινί-άσπρο, μπλε-άσπρο, κίτρινο-μπλε ή κιτρινόμαυρο μεταξοβάμβακο ριγέ ύφασμα το τελείωμα των μανικιών είναι διακοσμημένο με γαζιά και δυο σειρές γαϊτάνι με την τελευταία(Τρίτη) να δημιουργεί σχέδια "στάμνας" και το κομμάτι αυτό γυρίζει προς τα έξω όταν φοριέται το ρούχο.
Κλασνίκ, γυναικείος, γιορτινός, αμάνικος επενδύτης από μαύρη χοντρή τσόχα. Το κόβει, το ράβει και το διακοσμεί ειδικός ράφτης.
Αποτελείται από ένα μονοκόμματο, ίσιο φύλλο πίσω με ραφή στους ώμους, από δύο λοξά, φύλλα, ακτινωτά τοποθετημένα, σε κάθε πλευρό μπροστά και από άλλα δύο λοξά φύλα μπροστά που ξεκινούν από την λαιμόκοψη και δημιουργούν την ημικυκλική λεμουδιά. Ένα κομμάτι σε σχήμα ορθογώνιου παραλληλόγραμμου αρχίζει κάτω από την κάθε μασχάλη έως τη μέση, ενώνεται με λοξό τμήμα , το οποίο από τη μέση και κάτω σχηματίζει "μύτες" όταν φοριέται. Στο πίσω και κάτω μέρος του τμήματος αυτού στην ένωση με το φύλλο της πλάτης μπαίνει ένα μικρό κομμάτι τσόχας στην κάθε πλευρά σε σχήμα τριγώνου. Δεξιά και αριστερά, στο ύψος περίπου της μέσης, από ένα σχεδόν κατακόρυφο άνοιγμα, το ένα εκ των δυο οδηγεί σε εσωτερική τσέπη. Το Κλασνίκ είναι, στο μπροστινό άνοιγμα, τα ανοίγματα των χεριών και την κυκλική λαιμόκοψη, γαρνιρισμένο με δύο σειρές βυσσινί μάλλινο ή μεταξωτό γαϊτάνι. Με ίδιο γαϊτάνι είναι γαρνιρισμένα και τα κατακόρυφα ανοίγματα ενώ ο γύρος του επενδύτη είναι γαρνιρισμένος με δύο σειρές μαύρο μάλλινο κορδόνι. Στη βάση των πίσω άνω ορθογώνιων φύλλων, στο ύψος της μέσης, είναι κεντημένο με βελονιές φεστόνι και αλυσίδα, με κίτρινη, βυσσινί και λευκή μεταξωτή κλωστή, από μία σχηματοποιημένη, "κλειδαριά". Στο στέρνο δημιουργούνται δύο ορθογώνια τρίγωνα, ένα σε κάθε πλευρά, αντικριστά μεταξύ τους, με κάθετες πλευρές που σχηματίζονται από επίρραπτες λωρίδες, βυσσινή και μπλε (βαμβακερή κορδέλα), στερεωμένες με χρωματιστές απλές βελονιές, και κέντημα με βελονιά φεστόνι από κίτρινη μεταξωτή κλωστή. Τέλος, στη βάση κάθε τριγώνου από δύο σχηματοποιημένα μοτίβα "κλειδιά", κεντημένα αλυσίδα από άσπρη μεταξωτή κλωστή.
Λιουμπαντέ, μανικωτό τσόχινο ζακέτο με μανίκι 3/4 σε μαύρο ή σκούρο μπλε χρώμα, βασικό εξάρτημα της γυναικείας γιορτινής φορεσιάς του Ξηροποτάμου. Αποτελείται από ένα μονοκόμματο φύλλο πίσω που σχηματίζει την πλάτη και δύο μπροστινά με ραφές στους ώμους. Το φύλλο της πλάτης με τα μπροστινά ενώνεται με δύο πλαϊνά κομμάτια πλάτους 9εκ. κάτω από τη μασχάλη, και 6εκ. στη βάση του ζακέτου. Είναι κατακόρυφα ανοιχτό μπροστά. Κάθετα στον κορμό είναι ραμμένα τα μανίκια από ένα φύλλο υφάσματος. Στο τελείωμά τους είναι γαϊτανωμένα με δυο σειρές μαύρο μάλλινο γαϊτάνι, και η τρίτη σειρά γαϊτάνι δημιουργεί σχέδια "στάμνας" όπως και μπροστά στο στέρνο κάθετα.
Τένκου σκούτνικ, μάλλινη υφαντή πολύχρωμη ποδιά σε χρώματα και τόνους του πράσινου , κόκκινου, πορτοκαλί σχηματίζοντας στην ύφανση τετράγωνα, χαρακτηριστικό σχέδιο της ποδιάς του Ξηροποτάμου. Νυφικό και γιορτινό εξάρτημα της γυναικείας φορεσιάς των γυναικών του Ξηροποτάμου. Ολόγυρα γαρνίρεται με δυο σειρές από μαύρα μάλλινα γαϊτάνια, από τι μέση και κάτω των πλαϊνών πλευρών και κάτω προστίθεται άλλη μια σειρά γαϊτάνι και τελειώνει με διάκοσμο από σε σχεδία "στάμνας". Παράλληλα με τα γαϊτάνια αυτά έχει ραμμένα στη ποδιά διακόσμηση με δύο ζικζακωτά σιρίτια σε ασημένιο ή χρυσό χρώμα και στο κέντρο της κάτω πλευράς με τα σιρίτια αυτά ή γαϊτάνι σχηματίζονται φύλλα διάφορα γεωμετρικά σχέδια. Στις δύο πάνω πλαϊνές πλευρές ράβετε από ένα κορδόνι χοντρό πλεγμένο από μάλλινα πολύχρωμα νήματα "πλεξούδα" για να δένει στη μέση.
Σκούτνικ, μάλλινη υφαντή σκουρόχρωμη ποδιά, καθημερινό εξάρτημα της γυναικείας φορεσιάς των γυναικών του Ξηροποτάμου. Έχει σχήμα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο και είναι ραμμένη από δύο φάρδη υφάσματος ενωμένα οριζόντια. Στις δυο πλευρές της έχει ραμμένα κορδόνια από μάλλινα πολύχρωμα νήματα πλεγμένα σε "πλεξούδα" για να δένει στη μέση. Ολόγυρα γαρνίρεται με μαύρα μάλλινα γαϊτάνια ή δαντέλα από μάλλινο μαύρο, καφέ ή σκούρο μπλε νήμα. Από τη μέση και κάτω της ποδιάς η τελευταία σειρά γαϊτάνι δημιουργεί σχεδία "στάμνας". Η διακόσμησή της είναι πολύ λιτή: κάθετες ρίγες, βαθυκόκκινες ,πράσινες, καφέ, κίτρινες, μπλε και μαύρες ρίγες, άλλες στενές και άλλες πιο φαρδιές, εναλλάσσονται σταθερά. Ανάλογα με την ηλικία των γυναικών τα χρώματα αρχίζουν από τα πιο σκούρα, στις μεγαλύτερες και πιο ανοιχτόχρωμα και έντονα, στις νεώτερες . Θέματα κατακόρυφα τοποθετημένα, με γεωμετρικά μοτίβα σε χρωματική αρμονία συνθέτουν τον ενυφασμένο διάκοσμο στις νεότερες ηλικίες. Η παιδική ποδιά έχει σχήμα παραλληλόγραμμο και είναι από ένα φάρδος υφαντού. Ο διάκοσμος της παιδικής ποδιάς αποτελείτε από οριζόντιες ρίγες σε διάφορα και πιο έντονα χρώματα (πράσινο, μπλε, κόκκινο, κίτρινο και μαύρο).
Μαντίλι, άσπρο τετράγωνο υφαντό βαμβακερό μαντίλι 40 επί 40 εκατοστά, εξάρτημα της φορεσιάς του Ξηροποτάμου φτιαγμένο από της ίδιες τις γυναίκες στον αργαλειό. Είναι διακοσμημένο ολόγυρα με πλεχτή πιπίλα και γύρω από αυτή δαντέλα από βαμβακερό νήμα και πούλιες σε διάφορα χρώματα (πράσινο, κόκκινο, κίτρινο, άσπρο, πορτοκαλί). Το κρατούσαν στο χορό στο χέρι και το είχαν και περασμένο στο πόες ως διακοσμητικό στοιχείο της φορεσιάς.
Σιάρενι τσουράπε (παρδαλά τσουράπια), ζεύγος ημίλευκων πλεχτών καλτσών από μάλλινα νήματα, πλεγμένα με τέσσερις λεπτές βελόνες του πλεξίματος με τεχνική κάλτσας. Είναι εξάρτημα της γυναικείας φορεσιάς των γυναικών του Ξηροποτάμου. Αποτελούνται από ένα ενιαίο φύλλο. Λίγο πριν το τέλος της κάλτσας, στο πίσω μέρος, ξεκινά ο κορμός της έτσι, ώστε να σχηματίζεται πολύχρωμη φτέρνα με νήματα σε χρώματα και τόνους του πρασίνου, κόκκινου, πορτοκαλί, κίτρινου και μπλε. Το ίδιο πολύχρωμο σχέδιο σχηματίζετε και μπροστά στη μύτη της κάλτσας με τα ιδία χρώματα. Τριγωνικό σχέδιο διακοσμεί την κάλτσα και στο ύψος των αστραγάλων. Ο κορμός, αρχικού πλάτους όσο και η πατούσα, σταδιακά φαρδαίνει και φτάνει λίγο κάτω από το γόνατο. Συνήθως, στο άνοιγμα κάθε κάλτσας υπάρχει λεπτό, πλεχτό κορδόνι για να στερεώνεται η κάλτσα στη γάμπα. Ο κορμός των καλτσών είναι διακοσμημένος με μπορντούρα κάθετη (καρίκι) σε σχέδιο βουστροφηδόν (ζιγκ-ζαγκ) από τον αστράγαλο έως και 10 εκ. πριν το τελείωμά της όπου διακόπτεται από οριζόντιο πλεχτό σχέδιο και πολύχρωμο μοτίβο συνήθως τριαντάφυλλου σε χρώματα, μωβ, πορτοκαλί, μπλε, λαδοπράσινο, κίτρινο και βυσσινί. Το πάνω μέρος του ποδιού (κου ντε πιε) διακοσμούν δύο λουρίδες (καρίκια) με σχέδιο όμοιο με το κάθετο σχέδιο του πλαϊνού του κορμού (ζιγκ-ζαγκ) και στο ίδιο χρώμα. Τα "καρίκια" δε τα συναντούμε σε όλα τα γυναικεία τσουράπια. Υπάρχουν τσουράπια που τα "καρίκια" τα πλέκουν μέσα στη πλέξη και άλλα που δεν υπάρχουν καν και το μοτίβο στο τελείωμα είναι μονόχρωμο.
Γκράσνινι τερλίτσι (τσόχινα τερλίκια), ραμμένα από μαύρη τσόχα.. Αποτελούνται από δύο φύλλα, την πατούσα, και το ένα στο πάνω μέρος του ποδιού (κου ντε πιε). Η επίρραπτη διακόσμησή τους γίνεται με μεταξωτά και μάλλινα γαϊτάνια και μεταξοκλωστές. Αρχικά, έξι κατακόρυφες σειρές από μαύρο γαϊτάνι και δύο στο μέσων αυτών στριφτά μεταξύ τους δημιουργώντας κορδόνι ,διακοσμούν την ένωση του πίσω μέρους του τερλικιού, καλύπτοντας τι ραφή με ένα επιπρόσθετο ορθογώνιο κομμάτι τσόχας που προεξέχει και πάνω του ράβονται τα γαϊτάνια. Από πίσω ξεκινούν τρεις σειρές γαϊτάνια διαφόρων χρωμάτων (βυσσινί, μαύρο, πράσινο) που καλύπτουν όλο το άνοιγμα του τερλικιού (κου ντε πιε). Πάνω από τα γαϊτάνι μπαίνει ολόγυρα άλλο ένα γαϊτάνι που δημιουργεί σε όλη την επιφάνια το γαϊτανιών σχέδια "στάμνας". Σε όλη την πάνω επιφάνια της τσόχας (κου ντε πιε) κεντημένα με μεταξοκλωστές φυτικά μοτίβα, σε χρώματα κίτρινου, πράσινου, κόκκινου και μπλε. Τέλος την ένωση τον δύο φύλλων καλύπτει μαύρο μάλλινο γαϊτάνι.
Τερλίτσι, τερλίκια από μάλλινα νήματα, πλεγμένα με τέσσερις λεπτές βελόνες του πλεξίματος με τεχνική κάλτσας. Είναι εξάρτημα της γυναικείας και ανδρικής φορεσιάς των κατοίκων του Ξηροποτάμου. Τα ανοίγματα των τερλικιών στο πάνω μέρος είναι ως συνήθως διακοσμημένα με δαντέλα από άλλο χρώμα μάλλινου νήματος. Ο κορμός της πατούσας του ποδιού είναι πλεγμένος με την απλή πλέξη της κάλτσας και στη φτέρνα αλλάζει σε κάθετο σχέδιο πλέξης. Τα χρώματα που συναντούμε ως συνήθως είναι σκούρα στα αντρικά (μαύρο, σκούρο μπλε, καφέ και σκούρο κυπαρισσί), και ανοιχτόχρωμα και έντονα στα γυναικεία (άσπρο, πορτοκαλί, κόκκινο, μπεζ κ.τ.λ.).
Αντώνης Σιούτας