ΝΤΑΙΡΕΣ Ή ΝΤΑΧΑΡΕΣ
Μουσικά όργανα |
Βασικό ρυθμικό όργανο που ανήκει στην κατηγορία των μεμβρανοφώνων. Συνήθως κατασκευάζεται από τους ίδιους τους οργανοπαίκτες, με κατσικίσιο δέρμα και το στεφάνι (ένα ξύλινο τελάρο) από ξύλο καρυδιάς, καστανιάς ή οξιάς.
Το τελάρο έχει ύψος συνήθως 5-6 εκατοστά και διάμετρο 20-40 εκατοστά. Το δέρμα κολλιέται ή καρφώνεται στην άκρη του κυλινδρικού σκελετού. Για να έχει αυτό το διαφορετικό χαρακτηριστικό ήχο, προσθέτουν γύρω – γύρω, στο στεφάνι, 6-10 ζιλιά (μεταλλικά κύμβαλα), ώστε με το χτύπημα του χεριού στη μεμβράνη, τα ζιλιά να κουνιούνται και έτσι ν΄ ακούγεται συγχρόνως και η μεταλλική κουδουνιστή φωνή της.
Όμως από χωριό σε χωριό και από οργανοπαίκτη σε οργανοπαίκτη ποικίλλουν οι διαστάσεις ανάλογα με το ηχόχρωμα της συνοδείας ή του παιξίματος.
Ο νταϊρές παίζεται μόνο με το δεξί χέρι, ενώ το αριστερό χρησιμεύει για την στήριξη του οργάνου. Τα χτυπήματα στον νταϊρέ είναι σε δυο θέσεις. Στο κέντρο όπου δίνει βαθύ ήχο με όγκο και συμπίπτει με τους ισχυρούς χρόνους του μέτρου, και στο άκρο όπου δίνει οξύτερο ήχο (σ΄ αυτό βοηθάνε και τα ζιλιά) και ταυτίζεται με τους αδύνατους ή «κόντρα» ήχους του μέτρου.
Στην περιοχή της Δράμας, χωριά που συναντάμε τον νταϊρέ είναι: Πετρούσα, Πύργοι, Βώλακας, Ξηροπόταμος, Μοναστηράκι, Καλή Βρύση, Προσοτσάνη και Παγονέρι.
Η μικρότερη μορφή του νταϊρέ είναι το ντέφι όπου όμως ο ρόλος του στη ρυθμική συνοδεία είναι πολύ μικρότερος. Χρησιμοποιείται σε θέσεις τονισμού με σταδιακά ηχοχρώματα (όξυνση, τρεμούλιασμα κτλ).
Οι ικανοί οργανοπαίκτες χρησιμοποιούν δεκάδες ηχητικές ποικιλίες και ιδιόρρυθμους τονισμούς, έτσι ώστε να προσδίδουν μια ιδιομορφία στο ύφος της ρυθμικής συνοδείας.
Το τελάρο έχει ύψος συνήθως 5-6 εκατοστά και διάμετρο 20-40 εκατοστά. Το δέρμα κολλιέται ή καρφώνεται στην άκρη του κυλινδρικού σκελετού. Για να έχει αυτό το διαφορετικό χαρακτηριστικό ήχο, προσθέτουν γύρω – γύρω, στο στεφάνι, 6-10 ζιλιά (μεταλλικά κύμβαλα), ώστε με το χτύπημα του χεριού στη μεμβράνη, τα ζιλιά να κουνιούνται και έτσι ν΄ ακούγεται συγχρόνως και η μεταλλική κουδουνιστή φωνή της.
Όμως από χωριό σε χωριό και από οργανοπαίκτη σε οργανοπαίκτη ποικίλλουν οι διαστάσεις ανάλογα με το ηχόχρωμα της συνοδείας ή του παιξίματος.
Ο νταϊρές παίζεται μόνο με το δεξί χέρι, ενώ το αριστερό χρησιμεύει για την στήριξη του οργάνου. Τα χτυπήματα στον νταϊρέ είναι σε δυο θέσεις. Στο κέντρο όπου δίνει βαθύ ήχο με όγκο και συμπίπτει με τους ισχυρούς χρόνους του μέτρου, και στο άκρο όπου δίνει οξύτερο ήχο (σ΄ αυτό βοηθάνε και τα ζιλιά) και ταυτίζεται με τους αδύνατους ή «κόντρα» ήχους του μέτρου.
Στην περιοχή της Δράμας, χωριά που συναντάμε τον νταϊρέ είναι: Πετρούσα, Πύργοι, Βώλακας, Ξηροπόταμος, Μοναστηράκι, Καλή Βρύση, Προσοτσάνη και Παγονέρι.
Η μικρότερη μορφή του νταϊρέ είναι το ντέφι όπου όμως ο ρόλος του στη ρυθμική συνοδεία είναι πολύ μικρότερος. Χρησιμοποιείται σε θέσεις τονισμού με σταδιακά ηχοχρώματα (όξυνση, τρεμούλιασμα κτλ).
Οι ικανοί οργανοπαίκτες χρησιμοποιούν δεκάδες ηχητικές ποικιλίες και ιδιόρρυθμους τονισμούς, έτσι ώστε να προσδίδουν μια ιδιομορφία στο ύφος της ρυθμικής συνοδείας.
Σήμερα τα χωριά της Δράμας όπου συναντάμε τον νταχαρέ σαν κρουστό συνοδευτικό όργανο της τοπικής μουσικής παράδοσης είναι σε: Βώλακα, Καλή Βρύση, Μοναστηράκι, Ξηροπόταμο, Παγονέρι, Πετρούσα, Προσοτσάνη και Πύργους.
Παλαιοί οργανοπαίκτες νταχαρέ ήταν:Στην Καλή Βρύση:
- Μάρτζιος Άγγελος γεννήθηκε το 1927 στην Καλή Βρύση και από το 1938 σε ηλικία μόλις 11 ετών ξεκίνησε να παίζει νταχαρέ. Η αφετηρία ήταν ένας γάμος, εκεί όπου είδε για πρώτη φορά πώς παίζεται ο νταχαρές, έτσι ξεκίνησε μόνος του να μαθαίνει και να παίζει.
- Τσακίρης Ιωάννης γεννήθηκε στην Καλή Βρύση το 1923 και απεβίωσε στις 7/03/2008. Από πολύ μικρή ηλικία έμαθε να παίζει νταχαρέ. Μέντορας του ήταν ο πατέρας του, Τσακίρης Άγγελος. Ήταν από τους καλύτερους νταχαρετζίδες του χωριού. Κι αυτός με τη σειρά του στήριξε τον Πολιτιστικό Σύλλογο παίζοντας στις εκδηλώσεις του.
Στο Μοναστηράκι:
- Παπουτσής Κώστας («Μάγγας»), μας άφησε χρόνους στις 15-1-1994 μόλις 67 ετών απρόσμενα, αιφνίδια και απροσδόκητα, ενώ το χωριό ζούσε ακόμη στον απόηχο της κορυφαίας έκφανσής του, τους Αράπηδές μας. Όταν ήταν παιδί 5 χρονών του έδωσε ο πατέρας του Νικόλας να ζεστάνει έναν νταϊρέ και να «παίξει για να τον ξεκουράσει», στους ρυθμικούς του ήχους μπροστά σε πολυπληθές ακροατήριο, από τότε και μέχρι το τέλος της ζωής του τον είχε αχώριστο σύντροφό του και τον υπηρέτησε. Ήταν εμπειρικός, ακούραστος, αξιοπρεπής, ανθρώπινος, ζεστός, φιλόξενος, συνεπής, πρόθυμος, έτοιμος να προσφέρει, αδιάλειπτα παρών και παντού με σεβασμό στις αέναες πατροπαράδοτες αξίες από ιδρύσεως του συλλόγου μας έως τον θάνατό του. Είχε θαυμαστή, δημόσια παρουσία και δράση με αφοσίωση, ρεαλισμό και ορατότητα στα πολιτιστικά δρώμενα του χωριού μας.
- Κουσίνας Νικόλας, απεβίωσε στις 25-2-2005 84 ετών. Ήταν η συνειδητή βίωση της παράδοσής μας στο τελετουργικό μας δρώμενο, η στήριξη για να εκπληρώσουμε τις δεσμεύσει μας στην επιτέλεσή του, το χρέος μας στην κοινότητα. Εφλέγετο πολύ περισσότερο από τον καθένα «να γίνουν οι Αράπηδες», «να μη χαθεί το έθιμο», γι’ αυτό «κτυπούσε» ακούραστα τον νταϊρέ του με αντηχήσεις, ιαχές, κραυγές, αλαλαγμούς, επιφωνήματα αξέχαστα, που βουίζουν ακόμη στ΄ αφτιά μας, ως σάλπισμα της ελπίδας που νικά το φόβο και αναπτερώνει την ψυχή του ανθρώπου, τον ίδιο τον άνθρωπο. Ήταν βέβαια και αέρινος χορευτής, που παραμένει ζωντανός και σημείο αναφοράς σ’ αυτό το είδος της λαϊκής μας τέχνης.
- Γλάβας Βασίλειος («Πορτούλης»), έφυγε από αυτήν τη ζωή στις 7-2-2011 86 ετών. Μαζί του χάθηκαν και τα τραγούδια μας με τη ντοπιολαλιά που συνόδευαν τον κεμενέ και τον νταϊρέ του. Μας κάλυψε το μεγάλο κενό μετά το θάνατο του Γιώργου Τουλούμη (λυράρη) και του Κώστα Παπουτσή (νταϊρετζή). Ήταν μουσικά πολυτάλαντος και εξέφραζε τη συλλογική μας μνήμης με τους ήχους και τα τραγούδια του ως ικανός αοιδός. Κράτησε ζωντανή την παλιά μας μουσική, ίσως και με αυτοσχεδιασμούς. Ήταν η γέφυρα με το παρελθόν. Εξέφραζε μιαν άλλη γενιά που χάνεται ή χάθηκε. Ο ίδιος έδειχνε παντοιοτρόπως την αναγνώρισή του στους νέους μουσικούς μας και ζούσε με πάθος τη μουσική μας συνέχεια.
- Κιάκος Νικόλας, γεννήθηκε στις 12-9-1931 και είναι σήμερα 86 χρονών. Παραμένει ευτυχώς η άσβεστη φλόγα της συνέχειάς μας. Είναι το κεντρικό σημείο αναφοράς μας τώρα που όλοι οι άλλοι έφυγαν αλλά και πιο πριν. Εδώ και σαράντα χρόνια παίρνουμε ενέργεια για την απρόσκοπτη τέλεση των Αράπηδών μας από αυτόν. Έζησε μιαν άλλη εποχή και θυμάται. Διηγείται συγκλονιστικές μαρτυρίες και μυεί δένοντας αρμονικά τις ιστορίες και δίνει έμφαση στην ουσία και την απλότητα. Ένας από τους μεγαλύτερους και καταξιωμένους «νταϊρετζήδες» στην περιοχή μας με τους υπέροχους ρυθμούς του, συνεχιστής οικογενειακής παράδοσης που την έχει επεκτείνει στα παιδιά και εγγόνια του, επαναπροσδιορίζοντας τις κυτταρικές του μνήμες. Έπαιξε στα αξιολογότερα μέρη όπου έχει δοκιμαστεί η παραδοσιακή μας μουσική με αυτοπεποίθηση, σιγουριά, και εγγύηση, σε εξαιρετικές και αληθινές ερμηνείες με την μεγαλύτερη άνεση και έμπνευση στη συνθετική εναρμόνιση του τρίπτυχου σώμα, πνεύμα, ψυχή. Σήμερα διαδραματίζει και κατέχει το ρόλο του εγγυητή και του καταλύτη της πορείας της συνέχειάς μας δίνοντάς της βάθος και διάρκεια.
- Άντζας Φίλιππος (1906 – 1967), έπαιζε νταϊρέ και τραγουδούσε. Η ανάμνηση, η ιστορία και η ταύτισή του ακόμη και σήμερα ενυπάρχει και βρίσκεται στην εκστασιακή αργή ράμνα «τρία κορίτσια στην αυλή κάθονταν…» μ’ όλο το ιστορικό υπόβαθρο των απαγορεύσεων της εποχής εκείνης.
- Πετσιάνης Γιώργος, απεβίωσε 28-12-1974, 64 ετών. Ως όνειρο υπάρχει μέσα στην «τσέτα» για τις ρυθμικές κινήσεις με τον νταϊρέ του και έτσι συμπαρέσυρε στο συγχρωτισμό το σύνολό της. Έχαιρε του θαυμασμού στους αγερμούς πρωταγωνιστώντας ντυμένος με τα παραδοσιακά σαλβάρια του. Τα χοντρά μαστορικά του χέρια σαν «παλαμάρκες» χτυπούσαν στον αέρα τον νταϊρέ του πάρα πολύ μαεστρικά και ρυθμικά. Οι παλιοί πριν τη δημιουργία του συλλόγου μουσικοί μας και τα ακούσματα που εκείνοι μας χάρισαν ως κληροδοτήματα και θεία δώρα από το απώτατο παρελθόν των προγόνων μας θα μείνουν αξέχαστα. Έπαιξε νταϊρέ στο γάμο του Χρήστου Ζήρδα (Χριστάρα) με την Μαρία Σ. Κιάκου μαζί με γκαϊντατζή από την Αλιστράτη, που είχε μεσολαβήσει ο Οδυσσέας Μπρέζας, λέγοντας πως «δεν ταιριάζουμε μ΄ αυτούς, παίζουν αλλιώς». Λίγες κουβέντες σταράτες για το τοπικό ηχόχρωμα που τείνει να ομογενοποιηθεί. Έπαιζε στους γάμους και σε άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις κυρίως όμως στα δρώμενα των Αράπηδων μαζί με τον Παπουτσή Νικόλα.
- Παπουτσής Νικόλας («Μάμου Κόλιους») (1897 - 1971). Ο μεγαλύτερος αδελφός του Παπουτσή Κωνσταντίνου, πήρε στη θέση του πατέρα του ως πολιτικός αιχμάλωτος στη Βουλγαρία το 1917, επειδή τον είχαν ξυλοφορτώσει οι κατακτητές Βούλγαροι μέχρι θανάτου, ο οποίος τελικά διεσώθη αφού σφάξανε ένα βόδι που τους χάρισε κάποιος από τη γειτονιά και τυλίξανε το γυμνό του σώμα στο τομάρι του ζώου. Είχε το δικό του ιδιαίτερο παίξιμο στον νταϊρέ και συμμετείχε σχεδόν πάντα στην «τσέτα» ως μουσικός, προτρέποντας και ωθώντας τους τέσσερις γιούς του να «γίνονται» μέλη της, φυσικά έπαιζε στους γάμους και σ’ όλες τις άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις του χωριού.
- Κιάκος Ανδρέας, απεβίωσε στις 23-4-1990 ετών 81. Ήταν πολύ καλός νταϊρετζής και συμμετείχε στους Αράπηδες, σε γάμους και σε πολλές άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις. Έμαθε την μουσική αυτήν τέχνη απ’ τον πατέρα του Κωνσταντίνο («Κουτίνη»), που και εκείνος έπαιζε με μεράκι και υπερβατικά.
- Κουσίνας Αθανάσιος [(«Παπατάσος»)(1890 – 1966)], Ιερέας (με βροντερή και μελωδική φωνή), Μακεδονομάχος. Έπαιζε λένε καλό νταϊρέ. Μόλις είχε πεθάνει όταν ο αδερφός του Γιάννης, που ζούσε στη Δράμα και ήταν πολύ καλός χορευτής, ήρθε στο χωριό την ημέρα των Φώτων, επήγε στον τάφο του και του μονολόγησε: «Αδερφέ μου! σου ανάβω το κεράκι, αλλά την ημέρα αυτήν την περιμένω έναν ολόκληρο χρόνο. Εγώ θα χορέψω, να με συγχωρέσεις». Η σχέση και η υπέρβαση των επιτελεστών με το μουσικοχορευτικό μας δρώμενο. Το αρχαιότατο μεγαλείο της χαρμολύπης στην υπηρεσία των οικουμενικών αέναων αξιών. Ο καιρός των μύθων ζει και συνεχίζει στις μέρες μας ακόμη στις απλές αντιλήψεις σαν πιστεύω και ιδέες.
- Ζεφαλής Δημήτρης («ντισλιάνης»). Είχε έναν στραβό νταϊρέ, αλλά το παίξιμό του πλησίαζε την τελειότητα.
Στον Ξηροπόταμο:
- Γιουρετζικλής Νικόλαος (1916 – 2016). Νταϊρετζής και κατασκευαστής του οργάνου. Στις μνήμες όσων τον άκουσαν και στις μουσικοκασσέτες που ηχογραφήθηκαν κατά καιρούς, αποτυπώνεται η εξαιρετική φωνή του.
- Τότσιος Χρήστος (10/05/1925 - 17/11/1997). Ο νταϊρετζής που κυριότερα εξέφρασε την αλλαγή των τονισμών και των αποστάσεων στο ρυθμό της λέκας, που αρχίζει να φαίνεται από την ίδρυση του συλλόγου του Ξηροποτάμου και τη σταδιακή εισχώρηση τραγουδιών από όλη την Ελλάδα.
- Σαμαράς Αντώνιος (1928 – 2011). Υπήρξε για πολλά χρόνια ζυγιά με τον Τραγκό Βασίλειο, συμμετέχοντας στο δρώμενο των Αράπηδων στον Ξηροπόταμο και στο Μοναστηράκι τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70. Ήταν κατασκευαστής νταϊρέ και με το παίξιμό του ξεσήκωνε όσους έιχαν τη τύχη να γλεντίσουν μαζί του.
Επίσης, έπαιξαν νταϊρέ στον Ξηροπόταμο τον 19ο και 20ο αιώνα οι εξής μουσικοί: Νέκος Κων/νος, Θεολογίδης Γεώργιος, Γιαννάκης Αθανάσιος, Μητρούσης Νικόλαος, Σαμαράς Νικόλαος, Βούλτσιος Κωνσταντίνος.
Στο Παγονέρι:
- Ο Νιδέλτσος Νικόλαος του Ιωάννη γεννήθηκε στο Παγονέρι το έτος 1923 και απεβίωσε στις 31/12/2011. Έπαιζε νταχαρέ σε γάμους, πανηγύρια και διάφορα γλέντια στο χωριό. Με τις ρυθμικές και παραστατικές του κινήσεις ζωντάνευε τον περίγυρο και δημιουργούσε κλίμα ευφορίας στην κοινότητα. Οι μνήμες που μας παρέδωσε προσέγγιζαν αέναες μεθέξεις.
- Ο Καραμπόζης Παντελής του Ιωακείμ γεννήθηκε στο Παγονέρι το έτος 1914 και απεβίωσε στις 17/06/1999. Έπαιζε νταχαρέ σε γάμους, πανηγύρια και διάφορα γλέντια στο χωριό. Ήταν σπουδαίος νταχαρετζής, από αγάπη και διαίσθηση έδινε νέες μουσικές διαστάσεις στις δημιουργίες του. Η ιστορική μουσική μας υπευθυνότητα σε όλο της το μεγαλείο, μάς επανακαθορίζει και μάς φέρνει ακόμη πιο κοντά στις καταβολές μας.
Στην Πετρούσα:
- Λέκκος Ανέστης. Γεννήθηκε στις 18/ 09/1919 και απεβίωσε στις 25/12/2011. Ο παλαιότερος γνωστός νταχαρετζής της Πετρούσας . Έμαθε τον νταχαρέ από 11 χρονών από έναν γείτονα παππού που τον είχε κοντά του. Παιδί υιοθετημένο, πέρασε δύσκολα χρόνια. Παντρεύτηκε με την Ευδοκία και μεγάλωσαν μαζί πέντε παιδιά. Από την ίδρυση του Συλλόγου Πετρουσαίων συμμετείχε σε όλες τις εκδηλώσεις και πανηγύρια μέχρι το θάνατό του. Συμμετείχε σε εκδηλώσεις στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε διάφορες πόλης της Ελλάδος και του εξωτερικού. Η συμμετοχή με εξιστορήσεις του σε πολλές εκπομπές της τηλεόρασης (Ελλήνων Δρώμενα, ο Τόπος και το Τραγούδι του, η τελευταία ζυγιά) αποτελούν σήμερα κεφάλαιο για την πολιτιστική παράδοση της Πετρούσας.
- Πύρρος Ανέστης. Αυτοδίδακτος μουσικός, γεννημένος το 1920 ενώ απεβίωσε το 2002. Έπαιζε νταχαρέ σε γάμους, πανηγύρια και σε άλλες μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις εντός Ελλάδας. Κατασκεύαζε ο ίδιος τους νταχαρέδες.
- Τσιάνος Γεώργιος. Ένας από τους σημαντικότερους και πιο αξιόλογους οργανοπαίχτες της Πετρούσας είναι ο Γεώργιος Τσιάνιος, με το παρατσούκλι Γκέγκης. Γεννημένος στις 28 Μαρτίου 1940, ο μικρότερος από τέσσερα αδέρφια, έμαθε να περπατάει δίνοντας ρυθμό στα βήματά του με τον πρώτο του νταχαρέ, δώρο του Τσιόκα Ιωάννη. Αν και αυτοδίδακτος, η μουσική πορεία του είναι μακρά και ενδιαφέρουσα, αφού με τον νταχαρέ του συνόδευε γάμους, πανηγύρια, εορτές και φυσικά το τριήμερο του Μπάμπιντεν. Με πολλή αγάπη στήριζε τις επίσημες εμφανίσεις του πολιτιστικού συλλόγου Πετρούσας και του Λυκείου Ελληνίδων Δράμας, με κορυφαίες τις συμμετοχές του στο Ηρώδειο και στη Γαλλία. Σήμερα είναι περήφανος πατέρας δύο παιδιών, Θεοφάνη και Γεωργίας, παππούς πέντε εγγονιών, Τάσου, Γιώργου, Μαίρης, Μαρίας και Μαρτίνας, και προπάππους δύο δισέγγονων, Μιχαήλ και Αλεξάνδρου.
- Γιαννίκης Αθανάσιος. Γεννήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1951 στην Πετρούσα. Ήταν έγγαμος, με τη σύζυγό απέκτησαν δύο κόρες και τέσσερα εγγόνια. Εργαζόταν ως οικοδόμος. Μεγάλη του αγάπη ήταν η παράδοση του τόπου του. Μέσα από αυτή ασχολήθηκε κυρίως με το παίξιμο του νταχαρέ. Ήταν αυτοδίδαχτος οργανοπαίχτης και με αγάπη και μεράκι κατασκεύαζε το αγαπημένο του όργανο. Ακολουθούσε τον Πολιτιστικό Σύλλογο Πετρουσαίων από την ίδρυση του σε όλες του τις δράσεις αρχικά ως χορευτής και έπειτα ως οργανοπαίχτης. Επίσης συμμετείχε στο Λύκειο Ελληνίδων Δράμας με το οποίο ταξίδεψε μουσικά και έλαβε μέρος σε διάφορες εκδηλώσεις όπως Γαλλία, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με αποκορύφωση το Ηρώδειο. Μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν αφοσιωμένος στην μουσική η οποία τον συνόδευσε στο τελευταίο του ταξίδι στις 31 Μαρτίου 2014.
- Τσιόκας Βασίλειος. Ένας μέντορας της τοπικής παραδοσιακής μουσικής, των εθίμων και της πνευματικής ελευθερίας ήταν ο Τσιόκας Βασίλειος γεννημένος στις 01/03/1956. Δημοφιλής νταχαρετζής κατασκευαστής και συλλέκτης διαφόρων μουσικών παραδοσιακών οργάνων. Ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στη γενέτειρά του Πετρούσα για το ήθος την αγάπη και το πάθος του στους ρυθμούς της μουσικής κληρονομιάς του τόπου μας. Πάλεψε και προσπάθησε να μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις του στους νέους και να ριζώσει στις ψυχές τους την πολιτιστική μας παράδοση. Εκπαιδεύοντας τους μαθητές του αφιλοκερδώς, καλλιεργούσε τις ρυθμοκινητικές τους ικανότητες, ώστε να γίνουν κοινωνοί πολιτισμικών και ιστορικών αξιών και έτσι να συμβάλλουν στη διατήρηση και τη διαιώνιση της λαϊκής μας παράδοσης. Πολυταξιδεμένος λόγω μουσικοχορευτικών παραστάσεων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και στο εξωτερικό. Ήταν ιδιαίτερα χαρούμενος όταν έπαιξε στο δεύτερο καλύτερο θέατρο του κόσμου, το Ηρώδειο Αθηνών, στο οποίο συμμετείχε με ζωντανή παράσταση. Απεβίωσε στις 20 Απριλίου 2013 σε ηλικία 56 ετών.
Στην Προσοτσάνη:
- Ο Ροσιλόβαλης - Στογιάννης Μιχαήλ του Πέτρου και της Χρυσάνθης γεννήθηκε στην Προσοτσάνη το έτος 1906. Παντρεύτηκε την Ευτέρπη Μαυρίδου του Ιωάννη με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά (Χρυσάνθη, Θωμάς, Ιωάννης και Γεώργιος). Το κύριο επάγγελμά του ήταν αγρότης. Κατασκεύαζε μόνος του νταχαρέδες και έπαιζε σε γάμους, πανηγύρια και διάφορα γλέντια στην Προσοτσάνη. Απεβίωσε στην Προσοτσάνη το έτος 1973.
Στους Πύργους:
- Τσαούσης Χαράλαμπος, ο γραμματέας, που σε όλες τις χαρές και τις μουσικές στιγμές του χωριού έδινε το βροντερό παρών με τον νταχαρέ του, ως απελευθέρωση στην ίδια την ανθρώπινη φύση στα πατρογονικά μας εδάφη. Υπήρξε αξιόπιστο απόσταγμα γνώσης του πολιτισμού μας, της κληρονομιάς των ηθών και των εθίμων μας.
- Τσακάλης Γεώργιος με τις παραστατικές και ρυθμικές κινήσεις του χτυπώντας το νταϊρέ στα γλέντια και τις κοινωνικές εκδηλώσεις του χωριού καθώς και στα δρώμενά μας γινόταν βασικός και άψογος συντελεστής τους.